Ο ντετέκτιβ Σλουρπ, σε αυτό το δεύτερο επεισόδιο της σειράς, νιώθει ότι χρειάζεται κάτι να τον δραστηριοποιήσει. Μια μυστήρια πρόσκληση από μια μυστήρια παρέα αντρών με μυστήρια μπλουζάκια, θα αλλάξει αρκετά τα πράγματα…
Ο ντετέκτιβ Σλουρπ, σε αυτό το δεύτερο επεισόδιο της σειράς, νιώθει ότι χρειάζεται κάτι να τον δραστηριοποιήσει. Μια μυστήρια πρόσκληση από μια μυστήρια παρέα αντρών με μυστήρια μπλουζάκια, θα αλλάξει αρκετά τα πράγματα…
Με όλα αυτά που συμβαίνουν εδώ, ο Ντετέκτιβ Σλουρπ άρχισε να ψάχνει αν έχει διαβατήριο σε ισχύ και να σκέφτεται σοβαρά να κλείσει εισιτήρια one way για Βανκούβερ. Εκεί θα μπορούσε ωραιότατα να φοράει και την καμπαρντίνα του, γιατί εδώ sto Ellada, κάθε που έπιανε καλοκαίρι, πολύ τον στεναχωρούσε που δεν μπορούσε να τη φοράει. Μάλιστα, ήλπιζε ότι στο Βανκούβερ τα πράγματα θα ήταν λίγο πιο ζωηρά, αφού τον τελευταίο καιρό στη δουλειά του επικρατούσε μια νέκρα, μια εκνευριστική ηρεμία, ένα «εφτά χρόνια στο Θιβέτ» ενιγουέι. Τη νέκρα αυτή διέκοψε το κουδούνισμα του τηλεφώνου που χτύπησε στο γραφείο του. Μια φωνή τσιριχτή από μέσα, του είπε: «Στις εννιά ραντεβού στο Cucina Povera στο Παγκράτι. Φρόντισε να μην το μάθει κανείς». Και του το ‘κλεισαν. Επιτέλους, λίγο σασπένς.
Ξεχειλισμένος από περιέργεια, ντύθηκε, παρφουμαρίστηκε και το βράδυ έφτασε στο στενό της Ευφορίωνος, εκεί που ήταν το εστιατόριο. Μια περίεργη παρέα από 5 άντρες που φορούσαν φλούο λαχανί μπλουζάκια τον περίμενε δίπλα από ένα τσίτσιδο αγαλματάκι του Σπύρου Λούη. Ο ντετέκτιβ τρόμαξε (όχι από το τσίτσιδο αγαλματάκι), αλλά το έπαιξε αδιάφορος. Χωρίς πολλές κουβέντες έκατσαν σε ένα τραπέζι, έξω στον πεζόδρομο. Το μάτι του ντετέκτιβ σκάναρε το χώρο γύρω του, για να δει από πού θα έφευγε αν η «φλούο παρέα» γινόταν επικίνδυνη. Το μαγαζί ήταν απλό, με μια εντυπωσιακή κάβα πίσω από μια γυάλινη βιτρίνα. Από το ταβάνι κρέμονταν στεφάνια σαν ονειροπαγίδες, με μπουκετάκια μυρωδικών δεμένα πάνω τους. «Καιρό έχω να φάω ιταλικό», είπε δειλά ο Σλουρπ στη «φλούο παρέα», για να σπάσει λίγο ο πάγος. «Δεν είναι ιταλικό!» τον επέπληξε ένας από αυτούς, και ο ντετέκτιβ στραβοκατάπιε. «Είναι εποχική, μεσογειακή η κουζίνα. Ο chef έχει πάρει τη φιλοσοφία που υπήρχε σε περιοχές του Νότου της Ευρώπης, εκεί που οι κάτοικοι μαγείρευαν με ό,τι τους πρόσφερε το χω- ράφι, η θάλασσα και το μαντρί τους. Γι’ αυτό λέγεται και cucina povera, δηλαδή φτωχική κουζίνα. Επειδή αξιοποιεί υλικά που δεν είναι mainstream, αλλά με τις σωστές μίξεις μπορούν να γίνουν μέχρι και γκουρμέ». Μόνο ένα πράγμα σκέφτηκε να πει ο Σλουρπ και αυτό ήταν: «Καλά ντε». Αλλά δεν το είπε. Μπουκώθηκε με λίγο ψωμί που βούτηξε σε μια φοβερή κόκκινη πάστα ντομάτας με πορτοκάλι και μυρωδικά. Πολύ ωραίο. «Σε τι μπορώ να σας φανώ χρήσιμος;» ρώτησε, για να ξεμπερδεύει με τις δουλειές. Κανείς δεν απάντησε.
Από εκεί και έπειτα όλα κύλησαν σαν σε ταινία. Η τεράστια λίστα κρασιών μεταφράστηκε από τον σωστό άνθρωπο-σομελιέ που ήξερε τι του γίνεται (σε αντίθεση με τον ντετέκτιβ). Τα κρασιά μπήκαν σε ξύλινο πολυχρηστικό σκαμνάκι-παγοθήκη. Το παραδοσιακό μελίχλωρο από τη Λήμνο έγινε σαγανάκι. Η ντομάτα έγινε σαλάτα με ντρέσινγκ ελιάς και δυόσμου, με χαλούμι και φύλλα αρμύρας. Από πάνω καπελώθηκαν και μερικές φράουλες – γιατί θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία. Ο φρέσκος τόνος ήρθε σε κομματάκια, τυλιγμένος σε μια ψιλο-πιπεράτη κρούστα, καθισμένος σαν βασιλιάς πάνω σε δροσερές ταπεινές φακές και μαυρομάτικα φασόλια. Η φάβα αποφάσισε ότι βαρέθηκε να είναι μόνη κι έρημη σε αυτόν τον κόσμο, και βρήκε παρηγοριά σε ένα μαριναρισμένο σαλάχι. Η γη και η θάλασσα ζούσαν έναν κρυφό έρωτα, σαν αυτόν του Ζαλμά και της Θεοφανίας Παπαθωμά στο Άγγιγμα Ψυχής. Το συκώτι με σάλτσα από μέλι και βαλσάμικο…ε, εντάξει με το συκώτι ο ντετέκτιβ δεν πέταξε και τη σκούφια του, δεν ήταν αυτό που λες ότι “λιώνει στο στόμα”. Το ίδιο και η μπριζόλα από χοιρινό Σπάρτης: καλή, αλλά – πως να το κάνουμε; – τα ψαροπιάτα ξεχώριζαν περισσότερο. Από το ζουμερό μυλοκόπι, για του λόγου το αληθές, δεν έμεινε ούτε λέπι. Η “φλούο παρέα” μαζί με τον ντετέκτιβ το έφαγαν σε χρόνο μηδέν, ο ντετέκτιβ παρατρίχα να φάει και τη λαδόκολλα. Αφού έφαγαν, ο Σλουρπ πήγε στο μπάνιο να δει αν έιχε τίποτα κολλημένο στα δόντια. Όταν γύρισε, η “φλούο παρέα” είχε εξαφανιστει. Στο τραπέζι υπήρχε μόνο ένα φλούο λαχανί κουτί που πάνω έγραφε “Πάρε με και φύγε”. Ο Σλουρπ το πήρε και έφυγε γρήγορα προς το αμάξι του. Κάτι του έλεγε ότι σε αυτή την μυστήρια υπόθεση υπήρχε ζουμί, ωραίο ζουμί, σαν κι αυτό που είχε το μυλοκόπι. “Σύμφωνοι…”. μονολόγησε, “εδώ είμαστε, το Βανκούβερ μπορεί να περιμένει”.
INFO Cucina Povera
* Ευφορίωνος 13 & Ερατοσθένου (πεζόδρομος), Παγκράτι. Τ/ 2107566008
* Chef: Κλεομένης Ζουρνατζής
* Sommelier: Γιάννης Καϋμενάκης
* Πόσο πάει; Τα περισσότερα πιάτα κυμαίνονται μεταξύ 9-13€
* Τα πιάτα διαφοροποιούνται λίγο ανάλογα με τη μέρα, την εποχή και τη φρεσκάδα των υλικών στην αγορα.
* Κλειστά Κυριακή βράδυ και Δευτέρα
Οι περιπέτειες του ντετέκτιβ Σλουρπ συνεχίζονται στο επόμενο τεύχος. Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα, γεγονότα ή καταστάσεις δεν είναι ΚΑΘΟΛΟΥ συμπτωματική.