Ο Γιάννης Μπουτάρης πριν εκλεγεί δήμαρχος Θεσσαλονίκης, παραδίδει free μαθήματα αστικής σκέψης…
Ο Γιάννης Μπουτάρης πριν εκλεγεί δήμαρχος Θεσσαλονίκης, παραδίδει free μαθήματα αστικής σκέψης…
Υπάρχουν ανάμεσά μας κάποιοι άνθρωποι που η ευρύτητα της προσωπικότητάς τους και η γκάμα των ενδιαφερόντων τους ξεπερνά κατά πολύ την κύρια δραστηριότητα της ζωής τους, όσο ψηλά κι αν έχουν φτάσει με αυτή, όσες δάφνες κι αν τους χάρισε. Έναν τέτοιο άνθρωπο έχουμε τη χαρά να βλέπουμε να τοποθετείται στις σελίδες μας. Τον λένε Γιάννη Μπουτάρη και είναι ένας ενσυνείδητος αστός. Κι αν ο όρος δε σας λέει κάτι, ένας λόγος παραπάνω να διαβάσετε τη συνέντευξή του. Παραδίδει δωρεάν μαθήματα αστικής συνείδησης.
Κατ’ αρχήν θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την αποδοχή σας να φιλοξενηθείτε σε ένα free press έντυπο. Ξέρετε υπάρχει μια ολόκληρη φιλολογία γύρω από το free press, τουλάχιστον στην Αθήνα, γιατί αγνοώ τη σχέση της Θεσσαλονίκης με το θέμα. Άλλοι θεωρούν ότι «υπονομεύει σοβαρά το χώρο των εφημερίδων» κι άλλοι διαβάζουν μανιωδώς τα δωρεάν έντυπα τύπου Lifo και Athens Voice θεωρώντας τα την τελευταία και πιο άμεση λέξη του αστικού Τύπου. Εσείς τι λέτε;
Το free press πιστεύω ότ ι είναι μια μοντέρνα βερσιόν της κλασικής εφημερίδας. Απευθύνεται, νομίζω, σ’ ένα κοινό πιο νεανικό, πιο αυτόνομο, που όμως δεν παύει να έχει άποψη για τα συμβαίνοντα. Πιστεύω ότι η μεγάλη διαφορά του free Τύπου από την κλασική εφημερίδα έγκειται στο ότι ο πρώτος είναι απαλλαγμένος από την υπερβολική και ανούσια συνεχή περιστροφή περί τα πολιτικά και τη διανομή της εξουσίας. Ασχολείται πολύ περισσότερο μ’ αυτά που καθημερινά συμβαίνουν, είτε ως αποτελέσματα πράξεων ή παραλείψεων της πολιτικής εξουσίας είτε ως αυτόνομα γεγονότα που δεν επηρεάζονται ή δεν θέλουν να επηρεάζονται από την πολιτική, όπως εκφράζεται σήμερα. Η Θεσσαλονίκη δεν έχει φύλλα τύπου Athens Voice ή Lifo, τουλάχιστον όχι ακόμη. Πιστεύω όμως ότι δεν θ’ αργήσει να αποκτήσει.
Έχετε ένα επίθετο με αξιοσημείωτη βαρύτητα στο χώρο του κρασιού, αλλά και μια πολύ ισχυρή γενικότερη εικόνα: την εικόνα του γνήσιου αστού. Πώς φτάσαμε από το κύριος Μπουτάρης στο Κυρ-Γιάννης;
Στα πολύ νεανικά μου χρόνια, όταν μάθαινα τη δουλειά δίπλα στον μπάρμπα μου, τον αδελφό της γιαγιάς μου, τον Κωστάκη Νιτσιώτα (ήμουν το «μπαρδάκι» του, όπως έλεγε), αυτόν τον φώναζαν Κυρ Κωστάκη κι εμένα Γιαννάκη. Όταν πέθανε ο μπάρμπας μου και ανέλαβα τη θέση του έγινα αυτόματα από Γιαννάκης κυρ Γιάννης. Μετά την αποχώρησή μου από την οικογενειακή εταιρεία Μπουτάρη, που σαφώς είχε και έχει ένα μεγάλο βάρος στον κόσμο του κρασιού, στο οποίο είχα συμβάλει κι εγώ, έπρεπε να βρω ένα «brand» για τη δική μου πια εταιρεία κρασιού, που να αντιπροσωπεύει αυτό που έκανα. Τα παιδιά μου κι εγώ καταλήξαμε ότι το κυρ Γιάννης είναι το πιο κατάλληλο. Η διαδρομή από το κύριος Μπουτάρης στο κυρ Γιάννης θυμίζει ταξίδι από την πόλη στο χωριό. Πού νιώθετε σα στο σπίτι σας; Στο επίθετό σας ή στο μικρό; Αισθάνομαι σαν στο σπίτι μου σχεδόν παντού. Το όνομά μου, Γιάννης Μπουτάρης, είμαι εγώ και φυσικά είμαι ένας ενσυνείδητος αστός.
Από την αστική ζωή πετάτε τίποτα;
Ναι. Από την αστική ζωή πετάω τη νοσταλγία για τη ζωή της υπαίθρου και του φιλήσυχου χωριού και προσπαθώ να την «αστικοποιήσω» όσο γίνεται περισσότερο. Θέλω να γίνουν οι πόλεις μας επιτέλους πραγματικές πόλεις κι εμείς πραγματικοί, ενσυνείδητοι αστοί, άνθρωποι που θα αγαπήσουν και θα ομορφύνουν την πόλη τους. Φτάνουν πια τα παράπονα. Ας κάνουμε ο καθένας αυτό που πρέπει κι αυτό που του αντιστοιχεί για να ζήσουμε σ’ ένα περιβάλλον που πραγματικά μας αρέσει.
Το πόσο μεγάλο κεφάλαιο είστε για το χώρο του ελληνικού κρασιού αποτυπώνεται ξεκάθαρα και στην απόφαση του ΟΠΕ να σας εμπιστευθεί τη θέση του προέδρου στην επιτροπή που θα αναλάβει να προωθήσει τα ελληνικά κρασιά και οινοπνευματώδη στο εξωτερικό στο πλαίσιο της πολλά υποσχόμενης πρωτοβουλίας Kerasma. Πώς εκτιμάτε το ρόλο σας σε αυτήν και το μέλλον του εν λόγω εγχειρήματος;
Δεν είμαι πρόεδρος στην επιτροπή προώθησης του κρασιού στην Ελλάδα. Πρόεδρος είναι ο Σωτήρης Ιωάννου από την εταιρία Κατώι – Στροφιλιά και κάνει εξαιρετική δουλειά. Εγώ αυτή τη διετία είμαι πρόεδρος στην «Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Αμπέλου και Οίνου», που μαζί με τον Οργανισμό Προώθησης Εξωτερικού Εμπορίου κάνει όλη την προσπάθεια. Η πρωτοβουλία Kerasma είναι μια πολύ καλή προσπάθεια προβολής και ανάδειξης του ελληνικού τρόπου ζωής όσον αφορά τη διατροφή και το κρασί. Χρειάζεται οπωσδήποτε να προστεθούν κάποιες πινελιές ελληνικού σύγχρονου πολιτισμού (δεν εννοώ βέβαια μπουζούκι, συρτάκι, τζατζίκι) και προπαντός χρειάζεται να γίνουν κατανοητά από όλους μας δυο πράγματα: πρώτον, ότι το Kerasma είναι μια ενέργεια προβολής που πρέπει να διατηρηθεί με αυξομειούμενη πιθανόν ένταση και συστηματικές μετρήσεις αποτελέσματος για πολλά χρόνια, και δεύτερον ότι το Kerasma δεν πουλάει προϊόντα. Αυτό καλούμαστε να το κάνουμε εμείς οι παραγωγοί. Αν δεν το καταλάβουμε καλά και δεν ενεργήσουμε συστηματικά και ακούραστα για πολλά χρόνια πολύ φοβάμαι ότι απλώς θα πετάξουμε τα λεφτά μας.
Μιλώντας για τη βαρύτητα του επιθέτου σας στο χώρο του κρασιού δεν μπορώ να μη σχολιάσω το πόσο «ήσυχα» εγκαταλείψατε την «υπερδύναμη» της οικογενειακής επιχείρησης «για να κάνετε το δικό σας». Τόσο ήσυχα, που νομίζω ότι κοντά δέκα χρόνια μετά την αποχώρησή σας υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, οι οποίοι αγοράζοντας ένα κρασί της εταιρείας Boutari θεωρούν ότι αγοράζουν ένα δικό σας κρασί. Έχω λάθος;
Πιστεύω ότι δεν είναι τόσο εύκολο να γίνει συνείδηση στον καταναλωτή όταν αγοράζει ένα κρασί με ετικέτα Boutari ότι δεν μετέχω εγώ. Εξάλλου δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι για πάρα πολλά χρόνια ήμασταν με τον αδελφό μου ένα πολύ καλό δίδυμο. Αυτός ο επιχειρηματίας, εγώ ο «κρασάς». Σημασία έχει ότι όποιος επιλέγει να αγοράσει κρασιά Κυρ-Γιάννη ξέρει ότι εγώ και τα παιδιά μου κάνουμε αυτά τα κρασιά. Εγκατέλειψα «ήσυχα» την «υπερδύναμη της οικογενειακής επιχείρησης», αφού δεν μάλωσα με κανέναν. Ήταν πολύ ισχυρή η επιθυμία μου να κάνω αυτό που σκεφτόμουν και το οποίο δεν συνέπιπτε με τους στόχους της μεγάλης εταιρείας. Δεν υπήρχε κανένας λόγος να κάνω φασαρία.
Η σχέση σας με το κρασί είναι παραπάνω από επαγγελματική. Είναι σχέση ζωής. Αυτές οι σχέσεις έχουν τα πάνω τους και τα κάτω τους. Ήρθε στιγμή πού είπατε να ρίξετε μαύρη πέτρα πίσω σας και να σχοληθείτε μόνο με τα υπόλοιπα ενδιαφέροντά σας, που δεν είναι και λίγα; Να θυμίσω στα γρήγορα: υπόθεση δημαρχίας, υπόθεση Θεσσαλονίκης, Αρκτούρος, Όασις, Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Άρης …και πόσα άλλα που δεν ξέρω.
Η αλήθεια είναι ότι καμιά φορά αισθάνομαι σαν τους εμπρηστές που βάζουν κάπου τη φωτιά τους και μετά φεύγουν. Οι γύρω μου λένε «μας άναψες μια καινούργια φωτιά και τώρα εμείς τρέχουμε». Η δεύτερη αλήθεια είναι ότι, ναι, αισθάνομαι πολλές φορές υπερβολικός, αλλά μετά λέω ότι στα 65 μου χρόνια είχα περιόδους στη ζωή μου που κάποια πράγματα μου κέντριζαν περισσότερο το ενδιαφέρον. Λειτουργούσα και λειτουργώ με «κύκλους ενδιαφερόντων». Δεν βρίσκω τίποτα το περίεργο σ’ αυτό. Αναρωτιέστε πώς τα προλαβαίνω όλα. Μα δεν γίνεται τίποτε ταυτόχρονα. Υπάρχουν κύκλοι που ανοίγουν και κλείνουν. Παραμένει όμως πάντα ένα σταθερό σημείο αναφοράς: η σχέση μου με το κρασί. Όλα τ’ άλλα αναπτύσσονται πάνω σ’ αυτή τη σχέση.
Είμαι περίεργη να μάθω πού βρίσκονται σήμερα αυτά τα ενδιαφέροντα. Τι σας άφησε ή συνεχίζει να σας αφήνει ο κάθε κύκλος. Να δίνω τίτλους;
Παρακαλώ…
Κρασί.
Σχέση ζωής. Με συνεχείς υψηλούς ρυθμούς πάντα στην πρώτη προτεραιότητα
Αρκτούρος.
Καλή ιδέα – καλή προσπάθεια. Σήμερα βρίσκεται σε αναζήτηση και άλλων στόχων. Ο πρώτος κύκλος έκλεισε και λειτουργεί καλά. Πρέπει να συντηρηθεί, να συνεχίσει να λειτουργεί και παράλληλα ν’ ανοίξει κι ένας δεύτερος κύκλος.
Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.
Δεν μετέχω πια ενεργά στο διοικητικό συμβούλιο, έγινε πολύ καλή δουλειά και συνεχίζει. Κέρδος καθαρά προσωπικό; Έμαθα ότι η αισθητική είναι τρόπος ζωής, βασική προϋπόθεση για να ζω καλά. Άρης.
Χορτάσαμε νίκες, χειροκροτήματα, θριάμβους. Είδαμε μικρά παιδιά να ταυτίζονται με αστέρια. Είδαμε την αυγή του επαγγελματισμού στην Ελλάδα. Ο κύκλος της ενεργού συμμετοχής έκλεισε προ πολλού. Μ΄αρέσει να βλέπω μπάσκετ.
Όασις – Νηφάλιοι.
Δύο οργανώσεις Θεσσαλονίκης και Αθήνας, στις οποίες μετέχω και έχουν στόχο την υποστήριξη της προσπάθειας των εξαρτημένων ατόμων να βγουν από το «λούκι» και να επανενταχθούν με υγιή σχέση στην κοινωνία. Φαντάζομαι ότι θα σταματήσω να ασχολούμαι με το θέμα όταν κλείσω τα μάτια μου. Θεσσαλονίκη-Δημαρχία.
Προσωπική έκφραση της έννοιας ενεργός πολίτης και προσπάθεια να σπάσει ένα σύστημα που αναπαράγει τον εαυτό του και αποκλείει κάθε χρόνο και περισσότερο τον πολίτη από τη συμμετοχή στη διαχείριση του οίκου του. Αποτυχία εν τέλει, αλλά έκπληξη για το πόσο πολλοί άνθρωποι σκέφτονται το ίδιο. Το μέλλον άδηλο. Αυτό που ξέρω είναι ότι δεν θα πάψω να λειτουργώ σαν ενεργός πολίτης.
Γιατί η Ελλάδα, αν και έχει τέτοια πολιτισμική σχέση με το κρασί, ιστορικά μεγαλύτερη από του ούζου, δεν έχει winebars, μέρη δηλαδή επικεντρωμένα στην «οινοποσία», ενώ διαθέτει άπειρα μεταμοντέρνα ουζάδικα και ρακάδικα και αρκετές μπιραρίες;
Δεν συμφωνώ ότι η Ελλάδα έχει μεγαλύτερη πολιτισμική σχέση με το κρασί απ’ ό,τι με το ούζο – τσίπουρο – γκράπα – ρακή – τσικουδιά. Πολλά ονόματα για ένα ουσιαστικά προϊόν, που δεν είναι κάτι άλλο από παραπροϊόν της «αμπέλου και του οίνου». Μην ξεχνάμε τα χρόνια της συνύπαρξής μας με τους Τούρκους, τις αλληλεπιδράσεις που συντελέστηκαν μεταξύ ελληνικών και τουρκικών διατροφικών συνηθειών, μην ξεχνάμε τη φτώχεια μας και τις περιόδους όπου η μπίρα ήταν ποτό πολυτελείας. Το κρασί, ειδικά μετά τον πόλεμο, θύμιζε στον Έλληνα τη φτώχεια του. Άρχισε να γίνεται πιο αρεστό όταν ο Έλληνας, αφού πήρε από τους «ξένους» πρώτα το ουίσκι, στη συνέχεια, ανακάλυψε και τον εκλεπτυσμένο οίνο. Έτσι το κρασί άρχισε να αποβάλλει -έστω και εν μέρει- το σύνδρομο της φτώχειας που κάποτε έφερνε στο νου τού Έλληνα.
Με το φαγητό τι σχέση έχετε; Σας αρέσει να το μαγειρεύετε ή να το τρώτε; Προτιμάτε τη σοφή λιτότητα της ελληνικής μεσογειακής κουζίνας ή σας ταιριάζουν πιο πλούσια πιάτα;
Δεν μαγειρεύω και ζηλεύω αυτούς που μαγειρεύουν. Τρώω λίγο λόγω προσωπικού προβλήματος και μ’ αρέσουν οι πολλές γεύσεις. Προτιμώ τις «καθαρές γεύσεις» από τις κουζίνες όπου δεν καταλαβαίνεις τι ακριβώς τρως.
Ας μιλήσουμε για το ποτό, μια και σε αυτό είναι αφιερωμένο το τεύχος μας. Έχω την αίσθηση ότι όσο και να αναλύουμε το γευστικό πλούτο των αλκοολούχων -ειδικά εμείς οι δημοσιογράφοι «δίνουμε ρέστα» όταν αρχίζουμε τη σχετική ανάλυση- εκείνοι που πίνουν, δεν πίνουν τόσο για τη γευστική χάρη, όσο για τη μεθυστική δράση των ποτών.
Είναι γεγονός ότι οι δημοσιογράφοι αναλύουν περίτεχνα την καταιγίδα των γευστικών απολαύσεων που μπορεί να προσφέρει οποιοδήποτε ποτό αλκοολούχο ή με αλκοόλη (υπάρχει διαφορά). Ο γευστικός χαρακτήρας του κάθε ποτού παραμένει αναλλοίωτος. Αυτό που αλλάζει είναι η αίσθηση του γύρω κόσμου όταν επηρεαστείς από το αλκοόλ. Πιστεύω ότι εν τέλει πίνουμε οποιοδήποτε αλκοολούχο για την τελική επίδραση που έχουν σε μας, ένα, δύο, τρία ή δέκα ποτήρια. Όλα τα άλλα είναι καλολογικά στοιχεία, απολύτως απαραίτητα, χρήσιμα και αναγκαία για την πλήρη απόλαυση.
Όταν απολαμβάνεις υπέρ το δέον την ευδαιμονία του ποτού, υπάρχει πάντα μια περίπτωση, ανάλογα με την ηλικία σου, τα βιώματά σου, το χαρακτήρα σου, την κοσμοθεωρία σου ή τις εμμονές σου, να έρθεις αντιμέτωπος και με τα σκοτάδια του. Εσείς δεν κρύψατε ποτέ ότι γνωρίζετε και τις δύο όψεις. Πού κατά τη γνώμη σας πρέπει να έχουμε το νου μας όσοι αγαπάμε το ποτό, ώστε οι έννοιες «πίνω με ασφάλεια» και «απολαμβάνω υπεύθυνα» να μη μείνουν κούφια λόγια; Θίγετε ένα πολύ μεγάλο θέμα που δεν μπορεί αβίαστα ν’ απαντηθεί με λίγα λόγια. Εγώ έχοντας λειτουργήσει και στις δυο όχθες του ποταμού ξέρω να πω ένα. Το μέτρο είναι κύριο στοιχείο σωφροσύνης. Η υπερβολή προς τα πάνω ή προς τα κάτω είναι χαρακτηριστικό της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Ο «κοινωνικός πότης» ξέρει πότε μπορεί να σταματήσει. Ο αλκοολικός δεν μπορεί να σταματήσει. Τα σλόγκαν του τύπου «απολαμβάνω υπεύθυνα» ή «πίνω με ασφάλεια» που συνοδεύουν απίθανα πρότυπα θεϊκών γυναικών που κατακτώνται από υπέροχα αρσενικά, επειδή πίνουν αυτό ή εκείνο, νομίζω ότι μόνο τις διαφημιστικές εταιρείες ωφελούν. Πιστεύω ότι δεν πρόκειται ποτέ να σταματήσουμε ν’ απολαμβάνουμε το αλκοόλ σε οποιαδήποτε μορφή του, παρόλο που ξέρουμε ότι η υπερβολική κατανάλωση δημιουργεί προβλήματα.
Αγοράζοντας ένα ποτό από μια άποψη κόβουμε ένα εισιτήριο διαφυγής. Τέτοια εισιτήρια δεν βγάζουμε μόνο σε ένα εστιατόριο ή σε ένα μπαρ, αλλά και αλλού: σε ένα βιβλιοπωλείο, σε ένα θέατρο, σε έναν κινηματογράφο, σε ένα δισκάδικο, σε μια αίθουσα τέχνης ή σε ένα απλό ταξιδιωτικό πρακτορείο. Ο κύριος Μπουτάρης έχει αγαπημένο τρόπο διαφυγής;
Δεν έχω τρόπο διαφυγής, γιατί δεν αισθάνομαι την ανάγκη να «φύγω». Μ’ αρέσει να ξεκουράζομαι, να ξαποσταίνω και «ξανά προς τη δόξα να τραβώ…». Μπορώ δε να ξαποστάσω σε πολλά μέρη.