Και δυο κουβέντες για την ιστορία τους…
Πρωταγωνιστές στην ανάδειξη του μαγικού κόσμου της Αμοργού είναι τα καφενεία της, οι θεματοφύλακες της αγίας καθημερινότητας του νησιού. Σας παρουσιάζουμε 5 από τα πιο ξεχωριστά καφενεία της Αμοργού, που θα παίξουν το ρόλο τους στη διοργάνωση (υπομονή μέχρι να βγει το πρόγραμμα των εκδηλώσεων).
ΠΗΓΗ: greekgastronomyguide.gr | Κείμενο-Φωτό: Γιώργος Πίττας
Καφεζυθεστιατόριο Ναυτιλία του Πρέκα. Το 1960 Νίκος Πρέκας ανέλαβε το μαγαζί από τον πατέρα του. Ήταν η εποχή που κατέφθαναν οι πρώτοι τουρίστες. Ο καφενές γίνεται ναυτιλιακό πρακτορείο – καφενείο η Ναυτιλία – αλλά και ταβέρνα το βράδυ. Εκείνη την εποχή στρώθηκαν τα καταπληκτικά μωσαϊκά και έγινε η ανεπανάληπτη διακόσμηση…Οι πιο συνήθεις πελάτες, μισόν αιώνα αργότερα, το 2010, ήταν οι τρεις μύθοι της Αμοργού: ο Νίκος Πρέκας ο «καφετζής», ο φημισμένος καπετάνιος ∆ήμητρης Σκοπελίτης και ο Λεωνίδας Βλαβιανός, μεγαλοκτηνοτρόφος και περίφημος λαγουτιέρης… Σήμερα τώρα που κι οι τρεις ταξίδεψαν, o ένας μετά τον άλλον στους ουρανούς, το καφενείο το λειτουργεί η κόρη του, που το συντηρεί όπως ήταν παλιά για να θυμούνται οι παλιοί και να γνωρίζουν οι νέοι κάποια ίχνη από τα υπέροχα χρόνια της αθωότητας…
Καφενείο του Πάρβα στη Χώρα Αμοργού. Το καφενείο του Πάρβα και η ζωή του ∆ημήτρη Γιαννακού, στη χώρα της Αμοργού έχει εμπνεύσει την ταινία “Πάρβας, άγονη γραμμή” του Γεράσιμου Ρήγα. Το θέμα της απλό. Η ζωή του γέροντα καφετζή Πάρβα στην Αμοργό. Η καθημερινή επανάληψη των ίδιων κινήσεων επί χρόνια. Το ψήσιμο του καφέ, δυό κοφτές κουβέντες με τους πελάτες του μαγαζιού, ατελείωτες σιωπές, το σκάψιμο στο χωράφι, το πότισμα των ζαρζαβατικών, το πήγαινε έλα στο καφενείο… Σήμερα δυό νέα παιδιά, ο Χρήστος και η Νίκη, βάστηξαν το πνεύμα του μαγαζιού, ως στέκι των ηλικιωμένων της Χώρας -των λεγόμενων “χαμπαρέλων”- που σχολιάζουν την τοπική καθημερινότητα και αποτελούν ταυτόχρονα ένα ενδιαφέρον θέαμα για τους επισκέπτες, που με χαρά ανακαλύπτουν ότι ο μύθος του καφενείου του Πάρβα με κάποιο τρόπο συνεχίζεται.
Το καφενείο του Μάκη στην Αρκεσίνη. Στο εσωτερικό του καφενείου του Μάκη μόλις είκοσι τετραγωνικά χώρος, τέσσερα τραπεζάκια, η κουζίνα και σ’ ένα εκθετήριο λιγοστά είδη μπακάλικου, το τεζιάκι -η ξύλινη κατασκευή με τον μπλέ χρωματισμό της- θυμίζει σκηνικό τέμπλου ταπεινής αιγαιοπελαγίτικης εκκλησιάς. Ο καφετζής αφού ετοιμάσει ιεροτελεστικά τον καφέ, με την ίδια ευλαβική τελετουργία τον φέρνει στο τραπέζι, κάθεται πλάι μου και λέει την ιστορία του…Ο Μάκης Λούδαρος, μέχρι το 1975 εργαζόταν σερβιτόρος στο καφενείο “Ελλάς” στο Κολωνάκι δίπλα στο “Βυζαντινό» και γνώριζε καλά τη ζωή της Αθήνας…
Καφενείο του Νικήτα στην Κολοφάνα. Το καφενείο του Νικήτα, εσωτερικά είναι ευρύχωρο, έχει ένα όμορφο μωσαϊκό για πάτωμα και αρκετά τραπέζια. Το βλέμμα σου κλέβει ένας παλιός μπλε νησιώτικος καναπές –χαρακτηριστικός τύπος αμοργιανού καναπέ, με τους κυματισμούς στην πλάτη, τα κομψά μπράτσα και τον αποθηκευτικό χώρο κάτω από το κάθισμα, και από πάνω η αφίσσα της ταινίας που έκανε διάσημη την Αμοργό: Το Απέραντο Γαλάζιο.
Οινοπαντοπωλείο-καφενείο «O Χορευτής» στα Θολάρια. Τα Θολάρια, η Λαγκάδα και ο Ποταμός είναι τα τρία πανέμορφα χωριουδάκια σκαρφαλωμένα πάνω από τον όρμο της Αιγιάλης. Στα Θολάρια, που θεωρούνται τα πιο γλεντζέδικα και έχουν μαγευτική θεα στο πέλαγο, βρίσκεται το καφενείο «O Χορευτής», ένα από τα πιο παλιά καφενεία του νησιού. Ο Αργύρης Νομικός, ο σημερινός ιδιοκτήτης του, θυμάται στα παιδικά του χρόνια τον πατέρα του Νικόλα, καφετζή, σφάκτη, υποδηματοποιό, τσαγκάρη, χασάπη, κουρέα. Κι όλα αυτά στον ίδιο χώρο. Μάλιστα δεν θυμάται καλά πότε «ήβλεπε» περισσότερα αίματα… το πρωί όταν ο πατέρας του Νικόλας έσφαζε τα ζώα… ή το βράδυ όταν ξύριζε τους πελάτες του…!