Είναι κάτι μέρες στην κουζίνα που όλα μοιάζουν να πηγαίνουν στραβά. Όλα εκτός από το νόμο του Μέρφι, που δουλεύει σαν ελβετικό ρολόι…
Είναι κάτι μέρες στην κουζίνα που όλα μοιάζουν να πηγαίνουν στραβά. Όλα εκτός από το νόμο του Μέρφι, που δουλεύει σαν ελβετικό ρολόι. Τις καταλαβαίνεις απ’ το πρωί, αυτές τις μέρες, όταν πας ν’ ανοίξεις το τελευταίο εβαπορέ για τον καφέ σου και σου μένει το «δαχτυλίδι» στο χέρι (και η κονσέρβα κλειστή).
Μην έχοντας πιει ούτε καφέ, λοιπόν, το θέμα είναι ότι γίνεσαι πιο επιρρεπής στις νευρικές και ψιλοάτσαλες κινήσεις, που ως γνωστόν ελκύουν τα μικροατυχήματα (λειτουργούν, δηλαδή, σαν αυτό που στην καθαρεύουσα θα λέγαμε «γκαντεμομαγνήτης»). Ταυτόχρονα σου μπαίνουν ιδέες που κάθε άλλο παρά σοφές θα μπορούσαμε να τις χαρακτηρίσουμε. Έτσι, λοιπόν, την αποφράδα τούτη μέρα που ξημέρωσε υπάρχει περίπτωση να υποπέσεις στα ίδια λάθη που είχες φιλήσει σταυρό ότι δε θα ξανακάνεις, γιατί είναι αυτά τα λάθη που σου είχαν πληγώσει την πανέμορφη, μαρμάρινη επιδερμίδα σου και σε είχαν αναγκάσει να σκαλίζεις τα ντουλάπια για να βρεις αυτή την μαγική κρέμα για εγκαύματα-κοψίματα-μικροτραύματα που πάντα έχεις στο σπίτι, αλλά ποτέ δεν θυμάσαι πού. Τι ποια λάθη; Κάτσε, να σ’ τα θυμίσω, μήπως και την επόμενη φορά τα αποφύγεις…
Για την κονσέρβα που δεν άνοιγε. Αυτή, ντε, του εβαπορέ, που σου έμεινε κλειστό! Υπάρχει περίπτωση, μια και δε βρίσκεις ούτε το κλασικό ανοιχτήρι, να μπει στο αγουροξυπνημένο σου μυαλουδάκι η ιδέα να την τρυπήσεις με μαχαίρι. Απαπά! Τη μέρα που το πλανητικό σύστημα σε έχει βάλει στο μάτι, το μόνο που θα ανοίξεις με το μαχαίρι είναι το δαχτυλάκι σου. Πιες τον καφέ σκέτο και κάνε υπομονή, να γυρίσει το σύμπαν σε ορθή πορεία, γιατί ούτε και η άλλη σούπερ ιδέα, να πετάξεις την κονσέρβα στον τοίχο απ’ τα νεύρα σου έχει καμιά ελπίδα να λειτουργήσει προς όφελός σου.
Για τις πατατούλες που ρόδισαν απ’ τη μία. Με την αίολη βεβαιότητα ότι μπορείς να γυρίσεις στα γρήγορα τις πατάτες, ώστε να ροδίσουν κι απ’ την άλλη, χωρίς να ακουμπήσεις ούτε το ταψί ούτε τις αντιστάσεις, αποφασίζεις να βάλεις το χεράκι σου στο φούρνο χωρίς γάντι. Χα! Αφού δεν το έχεις πετύχει ποτέ, βρε, και στο τέλος πάντα καίγεσαι, τι πας να το ξανακάνεις; Ξέρεις πόσοι πριν από σένα (και άλλοι πόσοι μετά) κάηκαν επίσης εξαιτίας της βαθιάς τους πεποίθησης ότι έχουν «χέρι χειρουργού» που πάει χαμένο στην κουζίνα; Το νου σου και το γάντι σου!
Για τη γνωστή γωνία του απορροφητήρα. Το ξέρεις ότι είσαι ψηλό κορίτσι. (Εναλλακτικά: το ξέρεις ότι ο αρχιτέκτονας την έχει κάνει την «πατάτα» του κι έχει βάλει τον απορροφητήρα σε ύψος που μόνο η Στρουμφίτα δε θα κινδύνευε να φύγει με καρούμπαλο). Προσοχή, λοιπόν, στις απότομες μετακινήσεις, γιατί τέτοια μέρα ο κίνδυνος να (ξανα)κουτουλήσεις στη γωνία του απορροφητήρα αυξάνεται θεαματικά. Το μόνο που σου έλειπε δηλαδή. Επίσης προσοχή στο ντουλάπι που ορκίστηκες ότι θα το κλείνεις μόλις τελειώνεις τη δουλειά σου, αλλά πάλι το άφησες ανοιχτό. Κι αυτό κάνει μελανιές και καρούμπαλα.
Για το νερό στο καυτό τηγάνι. Το έχεις πάθει χίλιες φορές, να σ’ το θυμίσω να μην το πάθεις και τη χιλιοστή πρώτη: δε βάζουμε το καυτό τηγάνι κάτω από τη βρύση προκειμένου να του ρίξουμε νερό που θα μας βοηθήσει αργότερα να το πλύνουμε πιο εύκολα. Τουλάχιστον όχι κατά τις μέρες που το πράμα το έχει πάρει ο διάολος απ’ το πρωί. Το φιλόδοξο αυτό σχέδιο –που στόχο έχει να μη λερώσουμε ένα ποτήρι ή ένα μπρίκι– στηρίζεται στην ελπίδα ότι θα καταφέρεις να πείσεις τη βρύση να ελευθερώσει ακριβώς την ποσότητα νερού που χρειάζεσαι, στην ακριβή πίεση που το χρειάζεσαι, ώστε να μην εκτοξευθεί ζεματιστό ζεματιστό, μαζί με τα υπολείμματα καυτού λαδιού, στα χέρια σου, στα ρούχα σου, πάνω στη γάτα που καθόταν αμέριμνη στο χαλάκι κ.λπ. Επειδή όμως κάποιες βρύσες είναι πολύ αφερέγγυοι και γενικά ασυνεννόητοι τύποι, μην το ρισκάρεις. Άσε το τηγάνι στο σβηστό μάτι και φέρε το νερό ως εκεί με ένα ποτήρι, μια κανάτα ή γενικά κάτι που να ελέγχεις εσύ τη ροή.
Για τον τρίφτη και την οικονομία. Ο νόμος του Μέρφι στην κουζίνα πολύ συχνά εμφανίζεται με «το αξίωμα της μακαρονάδας»: τουτέστιν, όταν φτιάχνεις τέσσερις μερίδες μπολονέζ, το τυρί στο ψυγείο σού φτάνει τελικά για μία (ισχύει και αντίστροφα, όταν έχεις τυρί για λόχο, τα μακαρόνια σού βγαίνουν μισή μερίδα). Ενστικτωδώς αρχίζεις να τρίβεις απ’ το λιγοστό τυρί στον τρίφτη όσο μπορείς πιο πολύ προκειμένου να σώσεις μια κατάσταση η οποία είναι προφανές απ’ την αρχή ότι δε σώζεται. Τρεις στους τέσσερις θα φάνε μπολονέζ χωρίς τυρί. Αρνούμενη να παραδεχτείς την πικρή τούτη αλήθεια των αριθμών, συνεχίζεις να τρίβεις, τρίβεις, τρίβεις, μέχρι να βρεις … ακροδάχτυλα. Την έχεις πατήσει ήδη μια φορά. Μην την ξαναπατήσεις!
Για το μάτι που ήταν χαμηλά. Τελευταίο, αλλά εντελώς SOS. Μη διανοηθείς να αφήσεις το μοσχαράκι του παιδιού να βράζει (με ανόητα επιχειρήματα του στυλ «είναι χαμηλά το μάτι», «είναι πολύ το νερό», «δυο λεπτά θα κάνω») προκειμένου να πεταχτείς στο μίνι μάρκετ για να πάρεις καινούριο εβαπορέ, με πιο γερό «δαχτυλίδι» και να πιεις επιτέλους έναν καφέ της προκοπής. Με την γκαντεμιά που σε κυνηγάει σήμερα, ένα σου λέω: θα ξεχάσεις τα κλειδιά σου.