Αρχική Ιστορίες Food Stories Χρήστος Θηβαίος, μάγειρας ονείρων

Χρήστος Θηβαίος, μάγειρας ονείρων

0
Χρήστος Θηβαίος, μάγειρας ονείρων

Τα high lights μιας κουβέντας που άνοιξε με ένα κονιάκ στον «Ιανό» και έκλεισε με έξι μπίρες στο Μέγαρο.

Τα high lights μιας κουβέντας που άνοιξε με ένα κονιάκ στον «Ιανό» και έκλεισε με έξι μπίρες στο Μέγαρο. Για την ακρίβεια, με έξι μπίρες συν μια αγαπημένη του ατάκα, συνέπεια διερευνητικής ερώτησης του φωτογράφου μας: «Να σας τραβήξω μία τελευταία με τα μπουκάλια»; «Να με τραβήξεις… Και βάλε τίτλο Ο Άμστελ της Σελήνης».

ΙΑΝΟΣ, ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2007. «Έχουμε βάσιμες πληροφορίες ότι εκτός από εξαιρετικός ερμηνευτής είσαι και εξαιρετικός μάγειρας», ανοίγει τη συζήτηση η Κωνσταντίνα. Ο Χρήστος Θηβαίος δε θέλει άλλο σπρώξιμο. Μας εξηγεί σε λόγο χειμαρρώδη πώς γι’ αυτόν η μαγειρική «είναι μετουσίωση και σαν τέτοια μόνο έχει ενδιαφέρον: η μετουσίωση του μάγειρα στον άλλο». Ανατρέχει σε μια παλιά θεωρία που επικρατούσε στο Μεσαίωνα -και μη μου ζητάτε ακριβή χρονολογία και ανάλυση, τα ανέφερε και τα δύο, αλλά κράτησα την ουσία: πως η αύξηση της εσωτερικής θερμοκρασίας στο αίμα παράγει ατμούς που περνούν στον άλλο και κατασταλάζουν μέσα του. «Αυτό συμβαίνει όταν κοιτάς κάποιον στα μάτια, αυτό συμβαίνει και όταν του μαγειρεύεις», λέει. Όλο το μυστικό είναι στη ζέστη που αναπτύσσει η τριβή με τα υλικά και στους υδρατμούς που ανεβαίνουν από τα τηγάνια και τις κατσαρόλες και μετατρέπουν την κουζίνα σε εργαστήρι αλχημιστή και τη μαγειρική σε μαγεία. «Γι’ αυτό και έχει σημασία για μένα τα υλικά να είναι φρέσκα, η ετοιμασία τους να περνάει όλη από τα χέρια μου (το πλύσιμο, το καθάρισμα, το κόψιμό τους), τα μπαχαρικά να είναι τριμμένα από μένα -αυτός είναι κι ο λόγος που δεν υπολογίζω στα έτοιμα φαγητά. Όχι ότι δεν κάνουν τη δουλειά τους ως προς το θέμα της πείνας -μια χαρά την κάνουν- αλλά όποιος θέλει να προσφέρει, να μοιραστεί τον εαυτό του με τους δικούς του και τους φίλους του, δεν το πετυχαίνει με πιάτα που έχουν ετοιμάσει άλλοι».

Για τα παιδιά που φοβούνται τη νύχτα
Πίνει μια γουλιά από το κονιάκ του κι εκείνη την ώρα έρχονται τα ουίσκι μας.
Ουίσκι 3.00 το μεσημέρι σημαίνει τρία απλά πράγματα: ξεχωριστή στιγμή, ξεχωριστός άνθρωπος, ξεχωριστές κουβέντες: «Τη χρησιμοποιώ τη μαγειρική -δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο- στις σχέσεις μου με τους ανθρώπους. Είναι καταπληκτικός τρόπος να τους γνωρίζεις και να τους ξεκλειδώνεις. Πάρτε παράδειγμα ανθρώπους που σιχαίνονται φυσικά υλικά. Που το ένα τους αηδιάζει, το άλλο τους μυρίζει περίεργα, το τρίτο δεν μπορούν να το βλέπουν, το τέταρτο δεν μπορούν να το πιάσουν. Πρέπει να τους γνωρίσεις κι αλλιώς για να καταλάβεις ότι κουβαλάνε μια σχέση “μίζερη” με τη φύση, και τελικά με την ίδια τη ζωή;»
Και με το «ξεκλείδωμα» άραγε τι εννοεί; Πώς γίνεται; «Θα σας πω μια ιστορία: έχω ένα γιο, πιτσιρικά. Φοβόταν πολύ να κοιμάται μόνος του τις νύχτες και ήθελε αγκαλίτσα τον μπαμπά. Από την πλευρά μου -καταλαβαίνετε- δεν έβλεπα με καλό μάτι αυτή του την ανάγκη. Έτσι ένα βράδυ αποφάσισα να βάλω τέλος. Τον καληνύχτισα και τον έστειλα μόνο του στο κρεβάτι. -Δε θα έρθεις κι εσύ; Μου λέει όλο παράπονο και αγωνία. -Όχι, αγόρι μου, έχω δουλειά. -Τι δουλειά έχεις, μπαμπά, μες στη νύχτα; Επιμένει. -Να σου μαγειρέψω όνειρα για αύριο, αγόρι μου.
Αυτό ήταν. Το παιδί κοιμάται μόνο του από τότε. Καταλαβαίνετε τι σας λέω;».

Κάτι καταλαβαίνουμε κι εμείς. Ότι αυτό το παιδί τουλάχιστον από όνειρα δε θα πεινάσει. Κι ότι ο πατέρας του δικαίως κρατάει στην καρδιά μας τη θέση που του δώσαμε. Ένας ανθρώπινος, πολύ ανθρώπινος δημιουργός, που έχει βασικό σημείο αναφοράς του τους άλλους ανθρώπους. Τα υπόλοιπα, τέχνη, μουσική, ερμηνεία, ακόμη και μαγειρική, είναι μέσα από αυτούς και γι’ αυτούς. Όχι ερήμην τους, χαμένα σε υπερβατικές σφαίρες και νεφελώδεις θεωρίες που αρχίζουν και τελειώνουν στον ίδιο. Πάντα αγωνιώ όταν κάποιος κατέβει από το βάθρο του στο τραπέζι μου αν θα καταφέρει να διατηρήσει αλώβητη, όχι τη λάμψη του -δεν κρίνεται σαν λαμπατέρ- αλλά την αίσθησή μου. Την αίσθηση εκείνη που δημιουργεί με την εικόνα του, την παρουσία του στη σκηνή, τις επιλογές του, και βάσει της οποίας τον κατατάσσω μέσα μου. Ο Θηβαίος την υποστηρίζει απόλυτα.

Ξυπνάει νωρίτερα η μοίρα
Στο μεταξύ συνεχίζει για το γιο του: «Στο παιδί μου, ξέρετε, μια συμβουλή έχω δώσει: είναι καλύτερα να σε πονέσουν οι άνθρωποι, από το να μην τους γνωρίσεις». Πόσο χαιρόμαστε να ακούμε τέτοια. Του τσουγκρίζουμε πάλι το ποτήρι για να το ξέρει. Λέει για το λάθος τού να φυλάγεσαι μη τυχόν και σου πουν αντίο. Για το ενδεχόμενο να χάσεις το καλύτερο από φόβο. «Πραγματικά το πιστεύω ότι είναι πολύ λίγες οι προφυλάξεις που έχεις -και πρέπει- να πάρεις τελικά στη ζωή σου από τους άλλους. Άλλωστε ό,τι ώρα κι αν ξυπνήσεις, η μοίρα σου θα έχει ξυπνήσει μια ώρα νωρίτερα». Καθώς μιλάει για αυτό το πάρε-δώσε των ανθρώπων, το αλισβερίσι τους που πετυχαίνει το μαγείρεμα και η μοιρασιά του τραπεζιού, η ευκολία με την οποία επικοινωνεί την άποψη και το συναίσθημά του στους γύρω με εντυπωσιάζει. Λες γι’ αυτό να ανήκει στους ερμηνευτές εκείνους που μόλις ανοίξουν το στόμα τους έχουν τη μαγική ικανότητα να συντονίζουν ακαριαία την ένταση της ψυχής σου στα δικά τους κύματα;

Στου Καββαδία τ’ ανοιχτά
Ομολογώ μπροστά του ότι παλιά δεν τον είχα για τέτοιας κλάσης ερμηνευτή –με το θράσος του ασχέτου πάντα. Όμως από τον «Άμλετ της Σελήνης» και μετά, λες και έγινε ένα θαύμα, που δεν κράτησε 3 μέρες αλλά βρίσκεται σε εξέλιξη μέχρι σήμερα. Τι αναβαθμίζει, αλήθεια, ένα συμπαθή τραγουδοποιό με καλό στίχο σε καλλιτέχνη που συνταράσσει ερμηνεύοντας το πιο απαιτητικό κοινό; Δεν μπορεί να είναι μόνο ταλέντο. Το ταλέντο πάντα υπήρχε. Είναι η εμπειρία του ή είναι που μεγαλώνει και ωριμάζει η φωνή του και βγάζει αυτό το βάθος στο οποίο λατρεύουμε να πέφτουμε; «Είναι πολλά πράγματα μαζί, αλλά θα πρέπει σίγουρα να ξεχωρίσω τη συνεργασία μου και τη σχέση με το δάσκαλο, τον Θάνο Μικρούτσικο. Δεν εννοώ μόνο ως προς το πόσα ξέρει για τη μουσική και τον τρόπο που λέγονται τα τραγούδια ούτε πόσο διατεθειμένος είναι να σ’ τα μάθει, εννοώ τον τρόπο του. Έχει μοναδικό τρόπο να το κάνει αυτό. Είμαι πολύ τυχερός που με αξίωσε η ζωή μου να τα ζήσω αυτά. Να με εμπιστεύεται να βγω στη σκηνή για να πω τον “Λύχνο του Αλαδίνου”, που γενικά δε θεωρείται και εύκολος, και να βλέπω ότι όχι μόνο το μπορώ, αλλά ο κόσμος είναι μαζί μου. Είμαστε ένα. Θυμάμαι μια φορά σε υπαίθρια συναυλία τους φαντάρους από τις σκοπιές –γινόταν δίπλα σε στρατόπεδο- να ανάβουν αναπτήρες στα πλάγια. Το φαντάζεστε; Κάνανε τα πλευρικά!».

Πίνει λίγο ακόμη από το κονιάκ του κι αρχίζει να σιγοτραγουδάει μπροστά μας, καθώς το ξανάφερνε στο νου του: «Μεσάνυχτα και ταξιδεύεις δίχως πλευρικά! Σκιάζεσαι μήπως στο γιαλό τα φώτα σε προδίνουν, μα πρύμα πλώρα μόνο εσύ πατάς στοχαστικά, κρατώντας στα χεράκια σου το Λύχνο του Αλαδίνου». Ακούω και δεν πιστεύω στ’ αυτιά μου… Αυτά είναι χριστουγεννιάτικα δώρα.

Πάμε για άλλα
Εκείνο το Σαββάτο στον «Ιανό» ο καθένας κάτι γιόρταζε: το βιβλιοπωλείο τα δύο χρόνια του, ο κόσμος την έλευση των Χριστουγέννων, ο Γιάννης Ξανθούλης την έκδοση του νέου του βιβλίου, ο Θάνος Μικρούτσικος και η Μαρία Παπαγιάννη την εξαιρετική επιτυχία του «Παράξενο δεν είναι;», της απίθανης παιδικής(;) παράστασης που σήκωσε το κοινό του Μεγάρου στο πόδι και μας έκανε όλους, μικρούς και μεγάλους, να τραγουδάμε μέχρι σήμερα με φάλτσα φωνή «Εγωωωωωώ, ένας μικρούλης ποντικός…»). Μα νομίζω περισσότερο από όλους γιορτάζαμε εμείς, που βλέπαμε το I Cook Greek στα τραπέζια όλων των άλλων και στο δικό μας τραπέζι αυτόν τον τόσο ζεστό και πλούσιο σε υλικό ψυχής άνθρωπο. Κλείσαμε την τυχαία συνάντηση με τη χαλαρή υπόσχεση να την επαναλάβουμε άλλη μια φορά στο μέλλον για μια φωτογράφηση. Έφυγα με το cd «Μυστήριο τρένο» στο χέρι και μια χειρόγραφη ευχή για Καλή Τύχη. Βρήκα ταξί αμέσως. Η ευχή είχε πιάσει!

ΜΕΓΑΡΟ, ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2008. Στα παρασκήνια της πρόβας για τις δυο βραδιές που ο Θηβαίος θα ερμηνεύσει Θεοδωράκη μαζί με τη Φαραντούρη. Ανάμεσα σε Βερολινέζους μουσικούς και υπεύθυνους παραγωγής, ο Γιώργος προσπαθεί να φωτογραφίσει και εγώ να μάθω για τις εμφανίσεις «Δίπλα στο Ποτάμι» και την καινούρια του δουλειά: «Με το Μίλτο Πασχαλίδη χρόνια λέγαμε να παίξουμε μαζί, επιτέλους το κάναμε. Πρώτο Παρασκευοσαββατοκύριακο sold out, κλίμα υπέροχο. Λέμε τραγούδια από την παράλληλη πορεία μας τα τελευταία 10-15 χρόνια. Λέμε και τραγούδια άλλων, που αγαπήσαμε. Να ‘ρθεις». Θα πάω. Αναρωτιέμαι τι γίνεται με τη νέα του δουλειά. «Είναι έτοιμη. Μάρτη -Απρίλη θα βγει. Είναι προσωπική δουλειά, στίχοι δικοί μου, εκτός από τέσσερα τραγούδια, τα δύο γραμμένα από τον Μάνο Ελευθερίου. Λέγεται “182”, κι αν αναρωτιέσαι, είναι ο αριθμός του σπιτιού μου».

Ευχάριστα τα νέα λοιπόν. Η νέα δουλειά του Χρήστου υπάρχει και, όχι, δεν είναι άλλος ένας αστικός μύθος. Χαιρετιόμαστε. Μου σφίγγει το χέρι. Είναι σειρά μου να ευχηθώ Καλή Τύχη. Ελπίζω να πιάσει.

Βρείτε αγαπημένες συνταγές της παραδοσιακής & σύγχρονης Ελληνικής κουζίνας με καθημερινή ενημέρωση, στο iCookGreek.com