«Ένα κράμα υποτίμησης των δυνατοτήτων του σώματος και μυθοποίησης της έννοιας της γυμναστικής με αποθάρρυναν ακόμη και από την πιο ήπια σωματική δραστηριότητα», θυμάται η φίλη μας Ελένη Τ., που κάποτε δεν ήθελε να δει το γυμναστήριο ούτε ζωγραφιστό και σήμερα τρέχει Μαραθώνιους.
«Ένα κράμα υποτίμησης των δυνατοτήτων του σώματος και μυθοποίησης της έννοιας της γυμναστικής με αποθάρρυναν ακόμη και από την πιο ήπια σωματική δραστηριότητα», θυμάται η φίλη μας Ελένη Τ., που κάποτε δεν ήθελε να δει το γυμναστήριο ούτε ζωγραφιστό και σήμερα τρέχει Μαραθώνιους.
Έχασε 30 κιλά και δεν τα ξαναπήρε ποτέ. Το πώς μπορείτε να το δείτε εδώ. Ωστόσο κατά τη διάρκεια της προσπάθειάς της αυτής δε διανοήθηκε να πατήσει στο γυμναστήριο της γειτονιάς της ή να βγει στο κοντινό γηπεδάκι να αθληθεί –πράγμα που αναμφίβολα θα βοηθούσε την προσπάθεια της δίαιτας να τελειώσει αν μη τι άλλο μια ώρα αρχύτερα. Γιατί; Δείτε πού κατέληξε η φιλενάδα μας κάνοντας λίγη ενδοσκόπηση.
1. Υποτιμούσα το σώμα μου, που έτσι κι αλλιώς αντιμετωπιζα ως ευρύτερη πηγή δυσφορίας. «Σκαλίζοντας τον εαυτό μου, θα έλεγα ότι αρχικά ήδη απ’ το σχολείο είχα μάθει να μην πιστεύω στο σώμα μου. Η «χοντρούλα της τάξης» ζούσε μαύρες ώρες στη γυμναστική –ειδικά την περίοδο που ήθελε να αρέσει στα αγόρια. Αυτό μάλλον ανέπτυξε συγκεκριμένους μηχανισμούς επιβίωσης στο σκληρούτσικο κόσμο της εφηβείας, χρησιμότατους μεν αφού έστρεψαν το ενδιαφέρον μου στην εκγύμναση του μυαλού, πλην όμως καταδίκασαν το σώμα στην κατηγορία «φορτίο» με το οποίο απλώς θα έπρεπε να μάθω να κουβαλώ σα σταυρό σε ατομικό Γολγοθά. Κρίνοντας εκ των υστέρων λέω ΛΑΘΟΣ! Το γεγονός ότι κάποτε σε βαθμολογούσαν για τις επιδόσεις στη γυμναστική δεν μπορεί να σε μπλοκάρει απ’ το να κάνεις σήμερα κάτι τόσο καλό για την υγεία σου όπως να βγεις μια ώρα στο στίβο της γειτονιάς σου για ζωηρό περπάτημα!»
2. Φοβόμουν ότι όλοι θα κοιτάνε εμένα. «Άργησα να καταλάβω -προφανώς, αφού δεν είχα πατήσει το πόδι μου ποτέ- ότι στα γυμναστήρια και στους ανοιχτούς χώρους άθλησης των γειτονιών συχνάζουν όλων των ειδών και όλων των ηλικιών οι άνθρωποι, ο καθένας με το δικό του πρόγραμμα, τα δικά του κιλά και το δικό του στόχο. Οι περισσότεροι δε απ’ αυτούς είναι εντελώς κανονικοί τύποι και συνήθως ασχολούνται μ’ αυτό που έχουν πάει να κάνουν οι ίδιοι –συχνά μάλιστα δείχνουν αρκετά απορροφημένοι με το τι τους συνέβη πριν ή τι τους περιμένει μετά την άσκηση, καθώς οι χρόνοι της καθημερινότητας είναι πολύ πιεστικοί. Λίγοι έχουν την ενοχλητική «πολυτέλεια» να ασχολούνται με το περιβάλλον και ακόμη λιγότεροι έχουν την αγένεια να κατακρίνουν έναν άνθρωπο που κοπιάζει. Αυτούς τους τελευταίους πρέπει απλώς να τους αγνοείς -έτσι κι αλλιώς ποτέ δε θα τους ήθελες για φίλους σου. Εν πάση περιπτώσει αν η αίσθηση ότι «όλοι θα βλέπουν τη χοντρή και θα γελάνε» σε κατακυριεύει, όπως συνέβαινε πριν αρκετά χρόνια σε μένα, και δεν μπορείς να της επιβληθείς, απλώς μην πας γυμναστήριο και μη συμμετέχεις σε τίποτα ομαδικό μέχρι να νιώσεις καλά και ασφαλής με το σώμα σου. Αυτός όμως δεν είναι λόγος να μην κινείσαι. Βγες έξω και περπάτα! Θα κάνεις καλό στον εαυτό σου και δε θα σε ενοχλήσει και κανείς».
3. Νομίζα ότι η γυμναστική είναι μόνο για τους «αθληταράδες». «Σ’ αυτό η αλήθεια είναι ότι δεν έφταιγε τόσοη ατομική οπτική που πρόκυπτε απ’ το γεγονός των παραπάνω κιλών μου, αλλά μάλλον η συλλογική ελληνική κουλτούρα των προηγούμενων γενιών σε σχέση με την άθληση που δεν ήταν και η καλύτερη: το εκπαιδευτικό πρόγραμμα την υποτιμούσε ολοφάνερα, δημόσιοι χώροι, γηπεδάκια, γυμναστήρια σπάνιζαν (και ακόμη σπανίζουν δηλαδή) και καμιά προσπάθεια δεν είχε γίνει να εκπαιδευτούν ενήλικοι πολίτες που να θεωρούν στο μέλλον τη γυμναστική αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητάς τους –όπως η δουλειά π.χ. ή το μαγείρεμα. Αντιθέτως το μήνυμα ήταν πως η άθληση είναι κάτι που βλέπουμε στην τηλεόραση να διεξάγεται από εκλεκτούς «αθληταράδες», «παικταράδες» και ό,τι άλλο σε «-άδες» όσο εμείς καθόμαστε στον καναπέ και τρώμε πίτσα. Μου πήρε χρόνο να καταλάβω -και δυστυχώς αφού έχασα πρώτα όλα τα κιλά- ότι η γυμναστική είναι για όλους. Ο πρωταθλητισμός είναι για λίγους, αλλά αυτό ας προβληματίσει όσους θέλουν να γίνουν πρωταθλητές. Είναι κρίμα να χάνει κανείς τη χαρά της άθλησης, της εκμάθηση και ενασχόλησης με κάποιο σπορ ή σωματική τέχνη που του αρέσει, εξαιτίας μιας τέτοιας αστείας σύγχυσης. Προσωπικά έχασα τουλάχιστον 10 χρόνια ερασιτεχνικής ενασχόλησης με το άθλημα που αγαπούσα λόγω τέτοιων κολλημάτων κι εκείνης της αδιέξοδης λογικής του “όλα ή τίποτα”, που συνήθως οδηγεί στο τίποτα».
4. Αδυνατούσα να αντιληφθώ ότι ο σωματικός κόπος στο τέλος φέρνει χαρά. «Το διάβαζα αλλά δεν το πίστευα. Μην έχοντας δουλέψει με το σώμα σου δεν έχεις καθόλου καλή εικόνα του πόση χαρά μπορεί να δώσει η σωματική δραστηριότητα, τι ανακούφιση μπορεί να δίνει ο ιδρώτας που χύθηκε, πώς το ντουζ μετά το τέλος της προσπάθειας που ολοκλήρωσε το στόχο της μπορεί να συγκαταλέγεται σε μια απ’ τις καλύτερες στιγμές της ημέρας. Αυτά ήταν όλα αισθήσεις που ανακάλυψα, αφού έχασα 30 κιλά κι αφού ξεκίνησα να γυμνάζομαι. Τέλος πάντων, πάλι καλά λέω μέσα μου, γιατί θα μπορούσα να μην τα έχω ανακαλύψει και ποτέ και να πιστεύω μέχρι το τέλος της ζωής μου πως όποιος ασκείται απλά «μαζοχίζεται». Κι όμως εκείνη την αίσθηση ευδιαθεσίας που νιώθεις μετά μου την επιβεβαίωσε κι ένας καρδιολόγος που κάποτε ανταμώσαμε σ’ ένα νησί κι εγω μόλις είχα γυρίσει απ’ το τρέξιμο. Μου είχε πει λοιπόν εκείνος ο γιατρός (στο περίπου τώρα, όπως το θυμάμαι μετά από χρόνια), όπως με είχε δει ιδρωμένη μες στο κατακαλόκαιρο: “Δεν ξέρεις τι καλό κάνεις στον εαυτό σου μ’ αυτό. Το σώμα του ανθρώπου είχε φτιαχτεί για άλλες καταστάσεις, για να μετακινείται συνεχώς προκειμένου να εξασφαλίσει την τροφή του ή να προστατευτεί απ’ τους εχθρούς ή να προφυλαχθει απ’ τον καιρό. Όσο κι αν προσαρμόζεται σταδιακά το σώμα στο νέο τρόπο (γιατί νέος είναι ο τρόπος της απόλυτα καθιστικής ζωής, μπροστά στην ηλικία της ανθρωπότητας), στην πραγματικότητα είναι ένα παλιό εργαλείο που προσπαθεί να αντεπεξέλθει σε συνθήκες που δεν ξέρει και για τις οποίες δεν είχε φτιαχτεί -κι αυτό του δημιουργεί μεγάλο στρες. Είναι σα να βγαίνεις με αυτοκίνητο των αρχών του περασμένου αιώνα σε Εθνική Οδό του σήμερα. Έτσι νιώθει το σώμα, σαν τον οδηγό αυτής της αντίκας. Κάθε φορά που του χαρίζεις λίγες ώρες «ξενοιασιάς», δηλαδή κάθε φορά που του δίνεις το δικαίωμα να κάνει αυτό που ξέρει και για το οποίο είναι φτιαγμένο, δηλαδή να κινείται (να περπατάει, να τρέχει, να κολυμπάει), το απαλλάσσεις από τόνους στρες -στην πραγματικότητα το ξεκουράζεις αντί να το κουράζεις». Αυτά μου είχε πει τότε εκείνος ο άνθρωπος και δεν ξέρω πόσο ισχύουν επιστημονικά , αλλά μου άρεσαν πολύ και τα κράτησα, γιατί μόνο κακό δε μου έκαναν».