«Κάτι ευχάριστο, κάτι νέο, κάτι φυσικό, κάτι που ωφελεί ή τουλάχιστον κάτι που δεν βλάπτει εμάς και το περιβάλλον» αναζητούν οι καταναλωτές, σύμφωνα με διεθνείς ερευνητές των τάσεων της αγοράς. «Χμμ, ναι, αλλά και κάτι που να μην κοστίζει μια περιουσία», συμπληρώνουν με νόημα άλλοι.
Αναλυτές της παγκόσμιας αγοράς τροφίμων και των γαστρονομικών συνηθειών του διεθνοποιημένου κοινού της συγκλίνουν στο εξής: οι βασικότερες τάσεις που θα χαρακτηρίσουν την τροφή μας (και) το 2023 εκπορεύονται από το Μεγάλο Αγκάθι της κλιματικής αλλαγής και της εξάντλησης των πόρων του πλανήτη. Υπ’ αυτό το πρίσμα, η υπόθεση της «βιωσιμότητας» κρατάει τον πρωταγωνιστικό ρόλο άλλοτε ως κενό γράμμα επικοινωνιακής τακτικής και άλλοτε ως πραγματικό στοίχημα στην παραγωγή και την αγοραστική συνείδηση.
Περιβαλλοντικοί λόγοι και ζητήματα υγείας συντελούν στο να παραμείνει εξαιρετικά ισχυρή η πίεση για λιγότερα ζωικά προϊόντα στο τραπέζι (χωρίς όμως τα φυτικά υποκατάστατά τους να κερδίζουν ιδιαίτερο έδαφος τη νέα χρονιά). Δυναμώνει το αίτημα για τρόφιμα λιγότερο «βλαβερά», πιο φυσικά, πιο κοντά στην παραγωγική πηγή, το μοντέλο της οποία θα πρέπει -όπως συμφωνούν «στα χαρτιά», οι πάντες- να στηρίζει τους ντόπιους πληθυσμούς και τις κοινότητες που το «τρέχουν». Δίκαιο εμπόριο, τοπικότητα, εποχικότητα, «από τη φάρμα στο τραπέζι» και zero food waste πρακτικές παραμένουν στο προσκήνιο είτε ως ουσιαστικές στρατηγικές και εγχειρήματα είτε ως απαραίτητες «καραμέλες» ψευδοενδιαφέροντος, ανάλογα με το φορέα που τις διατυπώνει.
Ωστόσο στο gastro-παζλ προστίθενται και νέα «δύσπεπτα» κομμάτια, που δεν «κουμπώνουν» εύκολα με τα υπόλοιπα, καθώς αρχικά η πανδημία και στη συνέχεια η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και ο πόλεμος διατάραξαν την εφοδιαστική ισορροπία και εκτίναξαν στα ύψη τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων: έτσι η τάση για οικονομικά τρόφιμα και όσο το δυνατόν πιο φθηνό φαγητό επανέρχεται με ασφυκτική ένταση σε Ευρώπη και ΗΠΑ, που πλήττονται από ακρίβεια και πληθωρισμός, «κοντράροντας» και «φρενάροντας» προσπάθειες με ποιοτικό ή περιβαλλοντικό πρόσημο.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στο ethnos.gr πατώντας εδώ