Οι ελληνικές εξαγωγές βιολογικών αγροτικών προϊόντων έχουν µεγάλα περιθώρια επέκτασης, χάρη στην αυξητική τάση της παγκόσµιας ζήτησής τους. Ο απολογισµός από τη φετινή World Food στη Μόσχα είναι ενθαρρυντικός.
Οι ελληνικές εξαγωγές βιολογικών αγροτικών προϊόντων έχουν µεγάλα περιθώρια επέκτασης, χάρη στην αυξητική τάση της παγκόσµιας ζήτησής τους. Ο απολογισµός από τη φετινή World Food στη Μόσχα είναι ενθαρρυντικός.
Κάθε αγροτικό προϊόν που παράγει η χώρα, βιολογικό ή συµβατικό, όσο µικρή κι αν είναι η παραγωγή, έχει δυνατότητες που θα πρέπει να µελετηθούν και να αξιοποιηθούν για την προώθησή του στις αγορές του εξωτερικού. Το κλειδί φαίνεται, αναπόφευκτα, ότι είναι η επιχειρηµατική συσπείρωση σε δίκτυα εταιρειών και η συνεργασία. «Η παγκόσµια αγορά βιολογικών προϊόντων θα έχει µέσα στο 2012 αύξηση της ζήτησης βιολογικών προϊόντων διατροφής κατά 5%. Η παγκόσµια αγορά βιολογικών ανέρχεται σε 44,5 δισ. δολάρια ετησίως και, από αυτά, 20 δισ. είναι η αγορά των ΗΠΑ», τόνισε µεταξύ άλλων ο διευθύνων σύµβουλος της Naturland, η οποία εκπροσωπεί 5.000 βιοκαλλιεργητές σε όλο τον κόσµο, κ. Steffen Resse, στην ηµερίδα µε θέµα «Προώθηση αγροτικών προϊόντων» που πραγµατοποιήθηκε στις 3 Οκτωβρίου στο δήµο Λαγκαδά του νοµού Θεσσαλονίκης, στο πλαίσιο πρωτοβουλίας για τη δηµιουργία Ελληνογερµανικού Δικτύου δήµων – περιφερειών και πολιτών (www.paseges.gr). Αυτή τη στιγµή στην Ελλάδα παρέχονται σε µικρές επιχειρήσεις διαδικτυακά σεµινάρια µάρκετινγκ αγροτικών προϊόντων και στρατηγικών εξαγωγής προϊόντων σε αγορές όπως αυτή της Κίνας. Συγχρόνως, σε εξέλιξη βρίσκονται προγράµµατα προώθησης βιολογικών προϊόντων σε αγορές του εξωτερικού, µε δράσεις όπως η παρουσίασή τους σε διεθνείς εκθέσεις ειδών διατροφής.
Η ελληνική συµµετοχή
Η World Food Moscow, µια από τις σηµαντικότερες διεθνείς εκθέσεις τροφίµων και ποτών στη Ρωσία, πραγµατοποιήθηκε στη ρωσική πρωτεύουσα και φέτος για 21η χρονιά στις 17–20 Σεπτεµβρίου. Διαθέτοντας τεράστια δυναµική, η ρωσική αγορά παρέχει ισχυρά κίνητρα διείσδυσης στις ελληνικές επιχειρήσεις του κλάδου. Ήδη οι επαφές και οι συνεργασίες που πραγµατοποιήθηκαν τα προηγούµενα χρόνια έχουν αποδείξει το µεγάλο ενδιαφέρον που υπάρχει για τα ελληνικά προϊόντα από την ευρύτερη περιφέρεια της µεγαλύτερης σε έκταση χώρας του κόσµου. Πολλοί ήταν οι Έλληνες εκθέτες στο Expocentre της Μόσχας. Στο περίπτερο των βιολογικών προϊόντων παράγοντες της ρωσικής αγοράς, εισαγωγείς και διανοµείς, ιδιοκτήτες µικρών και µεγάλων αλυσίδων σούπερ µάρκετ και καταστηµάτων επιλεγµένων ειδών διατροφής, ήρθαν σε επαφή µε προϊόντα εταιρειών ορισµένα από τα οποία γνώρισαν για πρώτη φορά µέσω των πρόσφατων WorldFood: µαρµελάδες, τυριά, κρόκο και αφεψήµατα µε κρόκο από την Κοζάνη (ΑΣΕΠΟΠ Βελβεντού, Οικολογικό Αγρόκτηµα Α.Ε. – Λιβαδερού, Αναγκαστικός Συνεταιρισµός Κροκοπαραγωγών Κοζάνης, Προϊόντα Κρόκου Κοζάνης), όσπρια από την Καστοριά και τη Φλώρινα (Άροσις Ο.Ε.), ρύζι από τη Μακεδονία (Κράββας Αλέξανδρος), γλυκά µε µαστίχα Χίου (Mediterra Α.Ε.), ελιές Θάσου (Αθηνά – Τσαρικτσόπουλος Νικόλαος), ελαιόλαδο και γαλακτοκοµικά προϊόντα από όλη τη χώρα (Βιοαγρός Α.Ε.), καθώς και κρασιά (Χατζηβαρύτης Α.E., Ε. Μπελίδου & Σία Ο.Ε., Τσαβολάκης Ιωάννης & Σία Ε.Ε.). Πρόκειται για τις περισσότερες από τις 20 εταιρείες που εντάσσονται στο πρόγραµµα Organic Flavors.
Organic Flavors Το Πρόγραµµα Organic Flavors, «Ενέργειες ενηµέρωσης και προώθησης βιολογικών προϊόντων σε τρίτες χώρες», που συγχρηµατοδοτείται από την Ε.Ε. και την Ελλάδα, ξεκίνησε το Φεβρουάριο του 2010 και έχει διάρκεια τριών ετών. Οι ενέργειες που πραγµατοποιούνται στο πλαίσιο του προγράµµατος είναι η συµµετοχή σε εκθέσεις τροφίµων στη Ρωσία και στα Ηνωµένα Αραβικά Εµιράτα, η δηµιουργία ecocorners σε αλυσίδες καταστηµάτων τροφίµων, η καθιέρωση φεστιβάλ βιολογικών προϊόντων και η διοργάνωση επιστηµονικών συνεδρίων. Το δίκτυο των εταιρειών που εντάσσονται στο πρόγραµµα έχει συµµετάσχει στη World Food της Μόσχας το 2010 και 2011, καθώς και στην έκθεση Gulf Food στα Ηνωµένα Αραβικά Εµιράτα το 2011. Στις ενέργειες προώθησης περιλαµβάνεται η τοποθέτηση των προϊόντων σε 10 καταστήµατα της Νορβηγίας κατά την περίοδο 3-7 και 10-14 Οκτωβρίου 2011 και σε 20 καταστήματα της Μόσχας την περίοδο 24-28 Φεβρουαρίου 2011. Στο ίδιο πλαίσιο, διοργανώθηκαν δυο συνέδρια για τα ευρωπαϊκά βιολογικά προϊόντα στο ξενοδοχείο Radisson Royal της Μόσχας στις 25 Οκτωβρίου 2010 και στο Oslo Chamber of Commerce στις 5 Οκτωβρίου 2011.
Οι εξαγωγές της Ελλάδας στη Ρωσία
Σύμφωνα με προσωρινά στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, όπως ενημερώνει το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στη Μόσχα, το πρώτο εξάμηνο 2012 σημειώθηκε αύξηση 34,12% των ελληνικών εξαγωγών στη Ρωσία. Πιο συγκεκριμένα, το πρώτο εξάμηνο του 2012 οι ελληνικές εξαγωγές ανήλθαν σε 218,5 εκατ. ευρώ, έναντι 162,9 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα το 2011. Τα κυριότερα εξαγωγικά αγροτικά προϊόντα της χώρας μας προς τη Ρωσία είναι τα φρούτα. Η αύξηση κατά 220,54% που καταγράφεται στους πολτούς φρούτων και στις μαρμελάδες, θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική. Αναφέρεται επίσης αύξηση των εξαγωγών προϊόντων όπως οι φράουλες, τα σμέουρα και τα βατόμουρα κατά 68,68%, ενώ ενθαρρυντική είναι και η αύξηση που καταγράφεται σε προϊόντα όπως τα βερίκοκα, τα κεράσια και τα ροδάκινα. Τα στοιχεία αυτά μοιάζουν αρκετά ενθαρρυντικά, αν λάβουμε υπόψη έρευνα της ρωσικής αγοράς νωπών φρούτων και λαχανικών του ίδιου φορέα το 2010, όπου γινόταν λόγος για γενική καθίζηση στο σύνολο σχεδόν των εξαγόμενων προϊόντων λαχανικών (61%) και φρούτων (37%) από την Ελλάδα προς τη Ρωσία στο ξεκίνημα της οικονομικής κρίσης, μεταξύ 2008 και 2009. Γενικά, όπως ανέφερε η έρευνα, ο Ρώσος εισαγωγέας -χονδρέμπορος αναζητεί ακρίβεια στην παράδοση, σταθερές ποσότητες και σχετικά ικανοποιητικό συνδυασμό τιμής και ποιότητας. Στην πράξη όμως, η τιμή -και λιγότερο η ποιότητα-αναδεικνύεται στον πλέον καθοριστικό παράγοντα για τη σύναψη εμπορικών συμβολαίων, με αποτέλεσμα καλύτερος προμηθευτής να αναδεικνύεται αυτός που είναι σε θέση να μοιραστεί με τον εισαγωγέα ένα τμήμα του ρίσκου της έντονης διακύμανσης των τιμών των προϊόντων. Πρόσφατα η Ρωσία δείχνει ενδιαφέρον και για άλλα ελληνικά προϊόντα διατροφής. Ας μην ξεχνάμε ότι σε όλη τη διάρκεια του έτους επισκέπτεται την Ελλάδα μεγάλος αριθμός Ρώσων τουριστών που εξοικειώνονται με προϊόντα όπως οι ελιές, το ελαιόλαδο, τα όσπρια και κάποια είδη τυριού. Για τα προϊ-όντα αυτά, που ακόμα δεν εξάγονται σε μεγάλες ποσότητες ή που επιδιώκουν να κατοχυρώσουν μια ισχυρή εμπορική επωνυμία (brand name) στη ρωσική αγορά, ο παραπάνω κανόνας στη σχέση τιμής – ποιότητας ανατρέπεται.
Μικρά και σταθερά βήματα
Μία από τις εταιρείες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα Organic Flavors και εμφανίστηκαν στη φετινή World Food της Μόσχας είναι η «Βιοαγρός Α.Ε.», ένα δίκτυο 300 περίπου παραγωγών, γεωπόνων και συσκευαστών που δραστηριοποιείται, με έδρα την Πέλλα, στο χώρο της βιολογικής γεωργίας από το 1990. Η εταιρεία παρουσίασε στη φετινή World Food της Μόσχας ελαιόλαδο, φέτα, ταχίνι, πιπεριές Φλωρίνης, σταφίδες, φρούτα, λαχανικά και ροδόνερο. Όπως μας είπε ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας κ. Κώστας Παπαδόπουλος, προϊόντα όπως το ελληνικό ελαιόλαδο, συμβατικό ή βιολογικό, μόλις τώρα αρχίζουν να διεισδύουν στη ρωσική αγορά, ενώ ο τουρισμός έχει βοηθήσει στην εξοικείωση των Ρώσων καταναλωτών με το προϊόν. Στο πλαίσιο της έκθεσης, η Βιοαγρός είχε επαφές με μικρές αλυσίδες καταστημάτων επιλεγμένων ειδών διατροφής στη Μόσχα. Εφόσον τα βιολογικά προϊόντα είναι νέο προϊόν για την αγορά της Ρωσίας, η εταιρεία ευελπιστεί ότι μέσω μικρών παραγγελιών, σε ένα πρώτο στάδιο, θα έχει σε τρία έως πέντε χρόνια υπολογίσιμη παρουσία στη χώρα.
Ελληνικά βιολογικά όσπρια στη ρωσική αγορά
Μια άλλη φετινή συμμετοχή στη World Food της Μόσχας ήταν η «Άροσις Ο.Ε.». Είναι οικογενειακή επιχείρηση που δραστηριοποιείται από το 1956 με έδρα την Καστοριά στην παραγωγή οσπρίων από την Καστοριά και τις Πρέσπες και, από το 1998, η πρώτη εταιρεία στην Ελλάδα που παράγει βιολογικά όσπρια. Διαθέτει τη μεγαλύτερη ποικι-λία ελληνικών οσπρίων στην αγορά, είτε βιολογικών είτε συμβατικών. Ταυτόχρονα, εφαρμόζει σύστημα οικολογικής απεντόμωσης τόσο στα βιολογικά όσο και στα συμβατικά προϊόντα της από το 2002. Ζητήσαμε από τον κ. Κωνσταντίνο Τσιόπτσια, υπεύθυνο μάρκετινγκ, να κάνει έναν απολογισμό της έκθεσης. Όπως μας είπε, το πρόγραμμα τρέχει εδώ και δυόμισι χρόνια και η εταιρεία έχει συμμετάσχει σε άλλες δύο World Food στη Μόσχα, το 2010 και το 2011. Τα όσπρια ήταν ήδη ενταγμένα στη διατροφή των Ρώσων, άρα δεν αντιμετωπίστηκε πρόβλημα εξοικείωσης με ένα νέο προϊόν. Η δυσκολία, ωστόσο, αφορούσε την υψηλή τιμή τους, που οφείλεται στην παραγωγή μικρής κλίμακας, η οποία είναι ο κανόνας για τη χώρα μας. Η εταιρεία έπρεπε να πείσει ότι τα ελληνικά βιολογικά όσπρια είναι ακριβά γιατί είναι υψηλής ποιότητας και διαφοροποιούνται από άλλα φθηνότερα. Φαίνεται ότι το κατάφερε. Ως αποτέλεσμα της παρουσίας της ενδιαφέρον για ελληνικά στις εκθέσεις της Μόσχας αλλά και περαιτέρω επαφών, τα προϊόντα της εταιρείας τοποθετήθηκαν τον Ιούνιο, πριν από προϊόντα διατροφής. τη φετινή έκθεση, σε μια εξαιρετική βιτρίνα της ρωσικής Ας μην ξεχνάμε ότι σε αγοράς: την Globus Gourmet, σημαντική αλυσίδα καταστημάτων ντελικατέσεν με έξι σημεία πώλησης στη Μόσχα και όλη τη διάρκεια του ένα στην Αγία Πετρούπολη. Έτσι, τα βιολογικά φασόλια και οι φακές της εταιρείας έγιναν τα πρώτα ελληνικά όσπρια στη ρωσική αγορά και, επιπλέον, δημιούργησαν premium segment: μέχρι τότε οι παράγοντες της ρωσικής αγοράς δεν Ελλάδα μεγάλος αριθμός πίστευαν ότι υπάρχουν όσπρια «πολυτελείας», που διαφοροποιούνται από άλλα στην ποιότητα και, επομένως, στην τιμή. Ρώσων τουριστών που Η σύντομη αυτή αλλά εμφατική παρουσία της εταιρείας στη ρωσική αγορά τής εξασφάλισε, στη World Food της Μόσχας εξοικειώνονται με προϊόντα φέτος το Σεπτέμβρη, επαφές με επιπλέον διανομείς και με όπως οι ελιές, το ελαιόλαδο, μικρά και μεγάλα καταστήματα στη Ρωσία.
Η ισχύς εν τη ενώσει
Στην ερώτησή μας τι θα πρέπει να κάνουν οι νέοι Έλληνες βιοπαραγωγοί που επιθυμούν να βρουν διέξοδο στις αγορές του εξωτερικού, ο κ. μας είπε ότι στην εξαγωγή ελαιόλαδου, για παράδειγμα, η Ελλάδα ανταγωνίζεται χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία, η Τουρκία, το Μαρόκο, η Τυνησία και οι ΗΠΑ. Επιπλέον, για να εξάγει μια χώρα στη Ρωσία, θα πρέ-πει να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει μια ισχυρή και δαπανηρή γραφειοκρατία. Επομένως, απαιτούνται μεγάλοι όγκοι εμπορευμάτων αλλά και σημαντικά κεφάλαια. Για να αντεπεξέλθουν στις συνθήκες αυτές, οι μικροί βιο-παραγωγοί θα πρέπει να επιδιώξουν να έρθουν σε επαφή με ομάδες και δίκτυα εταιρειών βιολογικών προϊόντων, ώστε να επωφεληθούν από τις υποδομές τους και να αξιοποιήσουν την εμπειρία τους. Ο κ. Τσιόπτσιας, αφού επισήμανε ότι γενικά οι ελληνικές εταιρείες δεν έχουν εμπειρία στις εξαγωγές, μας είπε ότι τα ελληνικά προϊόντα είναι ακριβά γιατί οι μικρής κλίμακας εταιρείες στη χώρα επιβαρύνονται με υψηλότερο κόστος παραγωγής και, συνεπώς, δύσκολα μπορούν να αντιμετωπίσουν μόνες τους τον ανταγωνισμό της παγκόσμιας αγοράς, ιδιαίτερα τα αντίστοιχα προϊόντα της Τουρκίας και της Κίνας. Θα πρέπει να γίνει μεγάλη προσπάθεια ώστε ο πρώτος αποδέκτης στο εξωτερικό, ο διανομέας ή ο ιδιοκτήτης σούπερ μάρκετ, να πειστεί ότι η υψηλότερη τιμή των ελληνικών προϊόντων οφείλεται στην καλύτερη ποιότητά τους και ότι ο καταναλωτής θα λάβει προστιθέμενη αξία. Επομένως, η εμφάνιση σε μια έκθεση, ως αποτέλεσμα της συμμετοχής σε ένα πρόγραμμα, δεν είναι αρκετή. Κάθε εταιρεία θα πρέπει να έχει τμήμα εξαγωγών, ενώ από εκεί και πέρα απαιτείται προγραμματισμός ταξιδιών και τακτικές επαφές, πράγμα που σημαίνει μεγάλη επένδυση σε χρόνο και χρήμα. Για το λόγο αυτό, οι μικροί παραγωγοί θα πρέπει να δουν το μέλλον τους μέσα από τη συνεργασία και τη συλλογική προσπάθεια.