Eίναι περίεργο μόλις συνειδητοποιείς πως η λίστα με τα πράγματα που δεν θα σου λείψουν από τη σημερινή Ελλάδα είναι πολύ μεγαλύτερη (και ευκολότερα τη συμπληρώνεις) από τη λίστα με όσα πραγματικά θα σου λείψουν…
Eίναι περίεργο μόλις συνειδητοποιείς πως η λίστα με τα πράγματα που δεν θα σου λείψουν από τη σημερινή Ελλάδα είναι πολύ μεγαλύτερη (και ευκολότερα τη συμπληρώνεις) από τη λίστα με όσα πραγματικά θα σου λείψουν. Και λέω «σημερινή Ελλάδα» γιατί, τις περισσότερες φορές όταν συζητάμε για κάτι τέτοιο, οι πιο πολλοί έχουν στο μυαλό τους την Ελλάδα των παιδικών τους χρόνων. Ή έστω μια ιδεατή Ελλάδα που ξεχειλίζει ήλιο, θάλασσα, χαρούμενους φίλους, ξενοιασιά και φεγγαράδες…
…Δεν μου είναι καθόλου εύκολο που θα εγκαταλείψω την πατρίδα μου για λίγο ή πολύ (κανείς δεν ξέρει), όπως επίσης δεν απολαμβάνω τα -καλοπροαίρετα κατά βάση- σχόλια φίλων και γνωστών που κάνουν την αποχώρησή μου από απόφαση ζωής να μοιάζει με ταξίδι αναψυχής που το κέρδισα σε διαγωνισμό. «Τυχερέ, εσύ θα τη γλιτώσεις, εμείς να δούμε τι θα κάνουμε που θα ξεμείνουμε εδώ». Πάντα πίστευα πως η μοιρολατρία των Ελλήνων και η τάση να υποβιβάζουν τον εαυτό τους σε σχέση με τους άλλους, ήταν ένας από τους λόγους που μας οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση. Δεν το λέω επικριτικά, είτε απέναντι στους Έλληνες είτε απέναντι στους φίλους μου: ενδεχομένως και εγώ τα ίδια να έλεγα στη θέση τους. Είναι κάτι που έχει τις ρίζες του στην ιστορική συνείδησή μας και είναι πολύ δύσκολο να το αγνοήσεις – αν το κάνεις, θα πρέπει να χρεωθείς το κόστος της επιλογής σου. Γιατί προς το παρόν και προσωπικά μιλώντας, περί επιλογής πρόκειται και όχι ανάγκης. Βρίσκομαι στην ευνοϊκή θέση να ανήκω σε ένα περιβάλλον που με ελάχιστες εξαιρέσεις δεν αντιμετωπίζει άμεσα βιοποριστικά προβλήματα – αυτό είναι ο μέγιστος φόβος μου: να βλέπω τους ανθρώπους γύρω μου να καταρρέουν. Επειδή όμως σήμερα στέκονται στα πόδια τους, θέλω να πιστεύω πως θα πάρουν κι αυτοί με τη σειρά τους αποφάσεις, θα χρεωθούν το κόστος των επιλογών τους και θα προχωρήσουν ένα βήμα παραπέρα. Είτε αυτό σημαίνει την έξοδό τους από τη χώρα είτε όχι.
Μόνο όταν έχεις αποφασίσει πως θα φύγεις, έρχεσαι αντιμέτωπος με την αλήθεια της χώρας σου. Τη βλέπεις κατάματα γνωρίζοντας πως σε λίγο καιρό, καλώς ή κακώς, θα είσαι ένας εξωτερικός παρατηρητής. Θα διαβάζεις ή θα ακούς νέα, θα επηρεάζεσαι γιατί είναι πατρίδα σου και σε ενδιαφέρει, αλλά στο επόμενο κλικ, θα προχωράς. Θα συνεχίζεις τη ζωή σου. Τις προάλλες είχα πάει Σαββατοκύριακο με τη γυναίκα μου για ελεύθερο κάμπινγκ κάπου στην Εύβοια. Φτάσαμε αργά το απόγευμα Παρασκευής για να βρούμε χώρο να στήσουμε και ήρθαμε αντιμέτωποι με ένα θέαμα τόσο όμορφο, που μάλλον θα μείνει για πάντα κολλημένο στη μνήμη μου. Μια παραλία χιλιομέτρων άδεια, δυο σκηνές στημένες, ο ουρανός ροζ και γαλάζιος, η θάλασσα λάδι και ο κρυστάλλινος ήχος των μικρών κυμάτων που απλώνονταν στην ακτή, ο μόνος που έσπαγε την απόλυτη ηρεμία. Κάθισα στην παραλία και σκέφτηκα πως αυτή η εικόνα ήταν άλλη μια πλευρά της αλήθειας της χώρας μου. Αυτό είμαστε. Αυτό ξέρουμε. Αυτό θέλουμε. Δουλεύουμε, αγωνιζόμαστε και προσπαθούμε όλη τη χρονιά ξέροντας πως κάποια στιγμή όλα θα καταλήξουν σε αυτό, εύκολα και άνετα, μόλις 2 ώρες από την ασφάλεια του σπιτιού μας. Γνωρίζουμε πως ό,τι κι αν γίνει, αυτό θα είναι εκεί και θα σε περιμένει. Να μαγευτούμε, να αφεθούμε στην ομορφιά του, να ξεχαστούμε. Έχω διαβάσει και ακούσει εφιαλτικά σενάρια για το αύριο της Ελλάδας, για τα περισσότερα από αυτά είμαι σίγουρος. Έχω μιλήσει με φίλους που μου λένε για ιστορίες γνωστών τους που είδαν τη ζωή τους να διαλύεται, τις οικογένειές τους να χάνονται στα χρέη και στη δυστυχία. Έχω δει την πόλη μου να παρακμάζει μέσα σε μερικούς μήνες, τους γείτονές μου να πέφτουν θύματα ληστείας. Έχω πλέον σιγουρευτεί πως τα πράγματα θα είναι άγρια, σκληρά και αβάσταχτα, αλλά για εκείνη την στιγμή, αυτή η εικόνα ήταν αρκετή για να τα σβήσει όλα. Η δροσερή άμμος στα πόδια μου, η μυρωδιά από τα ψάρια στην ταβέρνα λίγα μέτρα πιο πέρα, το φεγγάρι που άρχιζε σιγά σιγά να εμφανίζεται στον μοβ ουρανό, με είχαν ναρκώσει. Εκείνη τη στιγμή, αν μου έλεγες πως αύριο φεύγεις για το εξωτερικό, θα έχωνα τα πόδια μου πιο βαθιά στην άμμο, θα έπινα την τελευταία γουλιά από την μπίρα μου, θα ξάπλωνα με τα χέρια ανοιχτά και θα σου ‘λεγα «Νομίζω πως όχι. Νομίζω πως όλα θα πάνε καλά».
Αυτό ακριβώς είναι για μένα το κόστος που έχω χρεωθεί. Αυτή η εικόνα που θα μείνει στο μυαλό μου κολλημένη όπου κι αν πάω, όπως και να ’μαι, ό,τι και αν κάνω, σαν το λιωμένο παγωτό στα χέρια. Αυτή είναι η αλήθεια της χώρας μου. Τόσο απλή. Μόνο που εγώ από εδώ και πέρα, δυστυχώς ή ευτυχώς, θα τη βλέπω σαν εξωτερικός παρατηρητής. Όσοι μείνετε εδώ, σας παρακαλώ, μην την υποβιβάσετε.