BLOGS | Πάνω στο χαρτί του φούρνου η λαγάνα κομμένη με το χέρι. Δίπλα η ταραμοσαλάτα σε μεγάλο τάπερ, όπως την έφερε η θεία. Πιο κει ο χαλβάς του μπακάλη, δυο βαθιά πιάτα με τα χόρτα που μάζεψε η γιαγιά από το βουνό, κάτι γυάλινα μπολάκια που κανονικά είχαμε για τις κρέμες αραβοσίτου γεμάτα με λαχανικά τουρσί, τα ραπανάκια του πατέρα, μια γαβάθα με μαρούλι, άνηθο και φρέσκο κρεμμυδάκι από το μποστάνι του παππού, που απλωνόταν πίσω από το χωριατόσπιτο -και στα παιδικά μας μάτια έμοιαζε με Κήπο της Εδέμ…
BLOGS | Πάνω στο χαρτί του φούρνου η λαγάνα κομμένη με το χέρι. Δίπλα η ταραμοσαλάτα σε μεγάλο τάπερ, όπως την έφερε η θεία. Πιο κει ο χαλβάς του μπακάλη, δυο βαθιά πιάτα με τα χόρτα που μάζεψε η γιαγιά από το βουνό, κάτι γυάλινα μπολάκια που κανονικά είχαμε για τις κρέμες αραβοσίτου γεμάτα με λαχανικά τουρσί, τα ραπανάκια του πατέρα, μια γαβάθα με μαρούλι, άνηθο και φρέσκο κρεμμυδάκι από το μποστάνι του παππού, που απλωνόταν πίσω από το χωριατόσπιτο -και στα παιδικά μας μάτια έμοιαζε με Κήπο της Εδέμ- χταποδάκι ξιδάτο, μπόλικες ελιές και ούζο του θείου από τη Μυτιλήνη. Μόνο που εμείς ζούσαμε για τις σουπιές με το σπανάκι, γιατί στην ηλικία των 6-7 τα υπόλοιπα δεν τα θεωρείς φαγητά και είσαι πολύ μικρός για να πλακωθείς στα ούζα…
Φωτογραφίες: www.icookgreek.com
Αυτό θυμάμαι από το καθαροδευτεριάτικο τραπέζι στο σπίτι του παππού στη Ν. Μάκρη. Τίποτα συγκλονιστικό, δηλαδή, μα το περιμέναμε πώς και πώς. Γιατί, αν βοηθούσε ο καιρός, θα μαζευόμασταν όλοι μαζί για μια ολόκληρη μέρα στην εξοχή, γιατί οι θείοι θα μας πήγαιναν στη θάλασσα να πετάξουμε χαρταετό, μα κυρίως γιατί επιτέλους είχαμε φτάσει στην κορφή του χειμωνιάτικου ανήφορου: μπροστά μας πλέον απλωνόταν μόνο κατηφόρα προς τη λιακάδα -στα μισά της μια πρώτη στάση για τις διακοπές του Πάσχα και στο τέρμα της ένα ζεστό, μακρύ, ανέμελο καλοκαίρι. Η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει.
Κάπου εκεί κοντά, ανάμεσα στο «τίποτα συγκλονιστικό» από άποψη γεύσης και στο «κάτι σπουδαίο» από άποψη υποσχέσεων για ένα κοντινό μέλλον απερίγραπτης χαράς γεμάτο αρώματα ανθισμένων νεραντζιών και θαλασσινά όνειρα, απλωνόταν και το τραπέζι της Σαρακοστής -αν αφαιρέσεις τη λαγάνα και προσθέσεις τη νηστίσιμη χορτόπιτα, το σπανακόρυζο, τον αρακά με τις αγκινάρες, κάποια όσπρια και πολλές, πάρα πολλές φρυγανιές, που σύμφωνα με τη θεωρία των μεγάλων «κόβουν την πείνα». Χα.
Αργότερα, πολύ αργότερα, απ’ τα μισά της δεκαετίας του ’90 έμαθα ότι στον κόσμο αυτό υπάρχουν και γεμιστά καλαμάρια, γάμπαρες, γαριδομυδοπίλαφα και αστακομακαρονάδες να περάσεις όχι 40 αλλά 140 μέρες …νηστεύοντας. Εμείς δεν είχαμε τέτοια. Μία στις τόσες σκάγανε τίποτα γαρίδες στο σπίτι, που τις έφερνε ο πατέρας απ’ τη Ραφήνα. Αχάραγο σηκωνόταν να κατέβει στους ψαράδες να προλάβει τις καλές. Βάλε και τις μέρες που γιαγιά και μαμά νήστευαν και το λάδι –ευτυχώς τα παιδιά εξαιρούνταν από την υποχρέωση- και καταλαβαίνεις. Στα λημέρια των παιδικών μου χρόνων οι σαράντα αυτές ημέρες ισοδυναμούσαν με ένα μόνιμο αίσθημα έλλειψης σε ένα σπίτι που σπάνια μύριζε η κουζίνα του «κάτι δελεαστικό».
Ίσως γι’ αυτό, ακόμη και σήμερα η ιδέα τού να ψάχνει κανείς –πόσο μάλλον να ανακαλύπτει κιόλας– την υπέρτατη γαστριμαργική απόλαυση στη μαγειρική της Σαρακοστής, μου φαίνεται ανέκδοτο, μια προφανή αντίφαση με στοιχεία ειρωνείας: ως νηστεία νοείται περίοδος σχεδόν «ασκητικής» διατροφής, ειδικά η 40ήμερη νηστεία είναι άγριο πράγμα. Η νηστίσημη διατροφή στοχεύει σε ψυχική και σωματική κάθαρση –αυτό τουλάχιστον πίστευαν οι παλιοί. Δε στοχεύει σε τίποτα Σκούφους ούτε σε Αστέρια.
Προφανώς και οι παλιές νοικυρές είχαν βρει τρόπους να νοστιμίσουν τα φαγάκια τους με το λάδι, το κρεμμυδι, την ντομάτα, το κρασάκι, τα εκπληκτικά μυρωδικά της μεσογειακής γης που καθώς έμπαινε στην άνοιξή της, τα έδινε όλο και πιο μυρωδάτα, όλο και πιο άφθονα. Αλλά ως εκεί. Η κουζίνα της νηστείας δεν ήταν κουζίνα του κορεσμού ούτε της ευδαιμονίας, αλλά κουζίνα προσμονής της ευδαιμονίας -κι αυτό έχει μια μικρή διαφορά.
Σήμερα η Σαρακοστή είναι έναυσμα για πάρα πολλούς ανθρώπους να μετριάσουν ή να απέχουν εντελώς από το κρέας, τα γαλακτοκομικά, τα αυγά, όχι κατ’ ανάγκη εκκινούμενοι από κάποιο θρησκευτικό κίνητρο, αλλά για λόγους υγείας και αποτοξίνωσης. Τηρώντας μια χαλαρή διατροφική σχέση με το παλιό μενού (όσπρια, χόρτα, λαχανικά, φρούτα, παξιμάδια, ελιές κ.λπ.), αλλά εντάσσοντας ας πούμε στο διαιτολόγιό τους τα ψαράκια, πετυχαίνουν για κάποιες μέρες του χρόνου να έρθουν πολύ κοντά σ’ αυτό που η σύγχρονη διεθνής επιστημονική κοινότητα υμνεί ως «μεσογειακή διατροφή». Αρκεί βέβαια να μην καταλήγουν τα γεύματα αυτά στη μεγαλειώδη ατάκα: «Ω, ρε φίλε, σκάσαμε πάλι απ’ τα νηστίσιμα».
Δεν ξέρω πώς γίνεται αυτό, στις απομαγεμένες μέρες μας, αλλά ίσως το να κοιτάς πού και πού πίσω στα σπιτικά τραπέζια των παιδικών σου χρόνων μπορεί και να βοηθάει.