Γυναίκες απλές, κοινές, συνηθισμένες – αλλά όχι συνηθισμένες μάνες. Μητέρες SOS. Δηλαδή, απλά σπουδαίες…
Γυναίκες απλές, κοινές, συνηθισμένες – αλλά όχι συνηθισμένες μάνες. Μητέρες SOS. Δηλαδή, απλά σπουδαίες…
Την κυρία Νίκη Λ. τη συνάντησα σε ανύποπτο χρόνο στο Παιδικό Χωριό της Βάρης. Μια γλυκομίλητη γυναίκα, Σαντορινιά την καταγωγή, κοντούλα, λίγο γκριζαρισμένη. Με υποδέχτηκε θερμά, σε ένα κουκλίστικο, μικρό αλλά πεντακάθαρο σπίτι, με κέρασε γλυκό περγαμόντο και κρύο νερό, κι άρχισε να μιλάει.
«Το Παιδικό Χωριό στη Βάρη το ’ξερα από παλιά. Κάποια στιγμή, έψαχνα για δουλειά. Ήρθα, το είδα, μου άρεσε, έκανα την αίτηση. Τους έκανα και με κράτησαν. Aυτό που κάνουμε εμείς δεν είναι γραφική δουλειά. Είναι αλλιώτικο, έχεις να κάνεις με παιδιά, με ψυχές. Προσπαθούμε να είμαστε σαν τις μάνες τις αληθινές. Όπως μεγάλωσα τα δικά μου τα παιδιά, προσπαθώ να μεγαλώσω κι αυτά.
Έχω δυο γιους και μια κόρη και θυμάμαι ότι του μικρού μου, στην αρχή του στοίχισε. Γύρισε και μου είπε: ‘‘Δηλαδή τώρα εμάς, μαμά, δεν θα μας αγαπάς; Θα έχεις άλλα παιδιά;’’ ‘‘Όχι, αγάπη μου’’, του είπα, ‘‘αλλά τώρα εσύ είσαι μεγάλος πια, πήρες τη σειρά σου! Κι όποτε με χρειαστείς, ξέρεις πού θα με βρεις’’. Ε, τώρα πια το συνηθίσανε…». H Nίκη Λ. συνήθισε κι αυτή με τη σειρά της να είναι δεύτερη μάνα για τον Γιώργο, που τον πήρε στα χέρια της εφτά χρόνων (και ήταν στα ιδρύματα από τα δυόμισι), τον Θανάση που τότε ήταν δώδεκα, τον δεκάχρονο Χρόνη, τη Βασιλική που περπατούσε στα εννιά και την επτάχρονη Κωνσταντίνα – τα τέσσερα τελευταία παιδιά ήταν αδέλφια.
«Ζούσανε με γονείς που είχανε πολλή βία, πολλή επιθετικότητα. Ξέρεις, τα παιδιά αυτά θέλουνε συζήτηση, όσο μπορείς συζήτηση. Καθόλου άγριο, γιατί το ’χουνε ζήσει το άγριο. Όταν πρωτόρθανε, θυμάμαι, μιλάγανε όλα πολύ δυνατά, φωνάζανε. Κι εγώ τους μιλούσα σιγά και τους έλεγα ‘‘δεν είμαι κουφή’’. Έτσι για να μερώσουνε, να μπορέσουν σιγά-σιγά να χαμηλώσουν τον τόνο της φωνής τους. Ούτε να καθήσουν στο τραπέζι να φάνε μαζί σαν οικογένεια. Ε, τώρα πια μάθανε και το λένε ‘‘είμαστε οικογένεια’’!
Πώς περνάει η μέρα μου; Ε, όπως σε κάθε φυσιολογικό σπίτι. Θα σηκωθώ το πρωί, θα ξυπνήσω τα παιδιά, θα φάμε πρωινό, μετά θα πάνε σχολείο, θα έρθουν το μεσημέρι, θα φάνε, λίγο παιχνίδι μετά και διάβασμα. Προσπαθώ να τα μάθω να διαβάζουν μόνα τους, αλλά όπου χρειάζεται τα βοηθάω. Έχουν και κάτι δραστηριότητες. Τα κορίτσια πάνε γυμναστήριο, ο Γιώργος μου στους προσκόπους ή στο τένις, ο Χρόνης στο γήπεδο. Eίναι καλά παιδιά. Η Βασιλική μου, πολλές φορές εκεί που καθόμαστε –ποιος ξέρει το κακόμοιρο τι θυμάται– έρχεται, μ’ αγκαλιάζει, σφίγγεται πάνω μου και μου λέει “αχ, μανουλίτσα μου γλυκιά, σ’ αγαπώ!”. Έτσι, χωρίς λόγο. Λέω, μπορεί καμιά φορά να σε φέρνουνε στο αμήν, αλλά εκείνες τις στιγμές όλα ξεχνιούνται.
Υπάρχουν και τα δύσκολα… Καμιά φορά, άμα τους ζητήσω κάτι, μου λένε αυτό που είχανε μάθει από το σπίτι τους: ‘‘Εσύ θα μου κάνεις κουμάντο;’’ Λέω: ‘‘Κοίταξε να δεις, εδώ μέσα εγώ κάνω κουμάντο…’’. Ή, γύρισε μια μέρα η Βασιλική και μου είπε: ‘‘Μάνα είσαι εσύ;’’. Της απάντησα: ‘‘Δεν είμαι η μάνα που σε γέννησε, αλλά προσπαθώ να γίνω καλή μάνα σου’’. Το κατάλαβε και μου είπε ‘‘έχεις δίκιο, μαμά’’. Τους γονιούς τους, ναι, τους ζητάγανε – ιδίως τον πρώτο καιρό. Πολύ. Τους ζητάγανε τα μικρά κλαίγοντας. Τώρα, πολλές φορές παίρνει ο πατέρας τους ή η μαμά τους τηλέφωνο και δεν τους μιλάνε. Παίζουν έξω στην αυλή, λέω “έλα να μιλήσεις στη μαμά σου” και μου λένε “τώρα παίζω, πες χαιρετίσματα”. Ναι, νιώθω τυχερή, πολύ τυχερή.
Στο Παιδικό Χωριό έμαθα πολλά πράγματα. Όταν είσαι μια φυσική μάνα, λειτουργείς με το ένστικτο, κάνεις όσα ξέρεις, όσα είδες από τη δική σου μάνα. Εδώ όμως πρέπει να μαθαίνεις, να γνωρίζεις, να έχεις πολλή υπομονή και αγάπη. Και να τ’ αντέχεις όλα. Και τα καλά και τα άσχημα. Ξέρεις, βλέπω ανθρώπους που μεγαλώνουν παιδιά και κάνουν γι’ αυτά τα πάντα. Και όταν φτάσουν ύστερα σε μια ηλικία, τα παιδιά παριστάνουν πως δεν τους γνωρίζουν, τους πάνε σε γηροκομεία, τους παρατάνε. Και λέω: μια μάνα, δέκα παιδιά μπορεί να τα προσέχει, να τα προστατέψει. Μια μάνα, δέκα παιδιά δεν μπορούν να την προστατέψουν! Τι καλό εύχομαι για τα παιδιά μου; Θέλω να γίνουν σωστοί άνθρωποι στην κοινωνία. Να πιάσουν μια δουλειά, να κάνουν μια οικογένεια καλή. Κι αυτά που ζήσαν εκείνα, να μην τα ζήσουνε τα δικά τους παιδιά»…
Αντί επιλόγου… Σκοπός των Παιδικών Χωριών SOS είναι να βοηθούν παιδιά που έχουν ανάγκη φροντίδας και προστασίας γιατί έχουν βρεθεί μακριά από το φυσικό, οικογενειακό τους περιβάλλον, προσφέροντάς τους τη δυνατότητα να ξαναβρούν ένα μόνιμο σπίτι και να ζήσουν σε ένα περιβάλλον παρόμοιο με αυτό της φυσικής οικογένειας. Τον περασμένο μήνα, ο Διευθυντής Κοινωνικής Εργασίας και Έρευνας των Παιδικών Χωριών SOS κατήγγειλε πως, λόγω της κρίσης, υπάρχει «αυξητική τάση των οικογενειών που για οικονομικούς λόγους αφήνουν τα παιδιά τους στα Χωριά, προκειμένου να έχουν ένα πιάτο ζεστό φαγητό – το 80% απ’ αυτά είναι Ελληνόπουλα».
ΙΝFO
Το έργο των Παιδικών Χωριών SOS Ελλάδος στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στις μικρές ή μεγάλες δωρεές που προσφέρουν ιδιώτες, εταιρείες και Οργανισμοί. Μπορείτε να συνεισφέρετε, είτε κάνοντας μια κατάθεση στους εγκεκριμένους λογαριασμούς, στις περισσότερες ελληνικές τράπεζες, με χρέωση της πιστωτικής σας κάρτας, είτε με μια επίσκεψη στα ίδια τα Παιδικά Χωριά SOS Bάρης, Πλαγιαρίου ή Αλξανδρούπολης ή ακόμα και τηλεφωνικά, γράφοντας τη λέξη SOS και στέλνοντάς την με SMS στο 54345 (χρέωση ανά SMS: € 2,94 + ΦΠΑ) ή καλώντας από σταθερό στο 90 11 512 000 (χρέωση € 2,46 ανά κλήση + ΦΠΑ).
Για περισσότερες πληροφορίες, επικοινωνήστε στα τηλέφωνα 210-3313661, 2310-226644 και στο e-mail [email protected]