Νομίζω, είναι καιρός να το παραδεχτούμε: στη μετα-μνημονιακή Ελλάδα, η μεγαλύτερη σταρ είναι μια πιτσιρίκα με σιδεράκια που τραγουδάει «μοιάζει βουνό η ζωή, όμως θα τα καταφέρεις…» (τυχαίο;)
Νομίζω, είναι καιρός να το παραδεχτούμε: στη μετα-μνημονιακή Ελλάδα, η μεγαλύτερη σταρ είναι μια πιτσιρίκα με σιδεράκια που τραγουδάει «μοιάζει βουνό η ζωή, όμως θα τα καταφέρεις…» (τυχαίο;)
Το πρώτο κρούσμα ήταν όταν μια δευτεροξαδέρφη, ψιλο-χαμένη από χρόνια, άρχισε αιφνιδίως να με «βομβαρδίζει» με τηλεφωνήματα – με την ίδια, πάντα επωδό: «Εσύ που είσαι δημοσιογράφος… (σ.σ. διάλειμμα, παρένθεση, δράττομαι της ευκαιρίας να καταγγείλω τους φίλους / άσχετους / το σόι μου και εν γένει την κοινή αντίληψη πως το να είσαι δημοσιογράφος, είναι μια ιδιότητα-πασπαρτού, που σου εξασφαλίζει πρόσβαση σε όλα τα μεγάλα εθνικά μυστικά, από το ποιοι π.χ. ήταν πίσω από το Βατοπέδι, μέχρι τη συνταγή τούρτα-περίπτερο της Αργυρώς, το αν θα γίνει το deal της Εθνικής και γιατί σε σφάζει το κότσι όταν αλλάζει ο καιρός. Τέλος – κλείνει η παρένθεση) ….θα μπορούσες να μου βρεις μια πρόσκληση για την Τατιάνα, για να πάω τη μικρή μου να δει την Patty;». Λοιπόν όχι, δεν μπορούσα. Μπορώ όμως μετά βεβαιότητος να σας πω πως το ίδιο αίτημα, διατυπωμένο με διάφορους τρόπους, έγινε σε όλο το προσωπικό του STAR, από διευθυντή μέχρι καθαρίστρια. Ανάμεσα δε στους αιτούντες (κι αυτό δεν είναι ψέμα ή υπερβολή) ήταν τουλάχιστον τρεις επιφανείς υπουργοί της παρούσας κυβέρνησης και καμιά δεκαριά βουλευτές όλων των παρατάξεων.
Το δεύτερο κρούσμα ήταν ότι ο Γιώργος ΑΡΝΗΘΗΚΕ πρωινή σαββατιάτικη βόλτα – κάτι που γενικά, θεωρήθηκε ανήκουστο και άξιο να γραφτεί στο οικογενειακό βιβλίο συμβάντων, δεδομένου πως το βλαστάρι μας, απ’ όλες τις πόρτες του σπιτιού, ξέρει μόνο μία: την εξώπορτα. «Άσε, μωρέ, πού να πάμε τώρα, βαριέμαι, βλέπω Patty. Ε-πα-νά-λη-ψη!». (Μια φρασούλα που ειπώθηκε, με κρυφή μομφή – πλάγια αναφορά στην απαγόρευση της καθημερινής παρακολούθησης της Patitο Feo, παρότι «να ξέρεις, μαμά, στην τάξη μου τη βλέπουν όλοι»…)
Το τρίτο και τελευταίο πλήγμα ήρθε από φίλο χωρίς παιδιά, που με πήρε έντρομος ένα βράδυ να με ρωτήσει αν, μετά την Αθήνα, η Patty είχε προγραμματίσει συναυλίες και σε άλλες πόλεις. (H κοινή αντίληψη περί δημοσιογραφίας που λέγαμε… ) «Όχι, αλλά εσένα τι σε νοιάζει;», τόλμησα να ρωτήσω. «Α, τίποτα. Ρωτάω για ένα γειτονάκι μου που έχει κάτι νταραβέρια με γύφτους. Όσοι είχαν πάγκο, σου λέει, κάτω στο Nέο Φάληρο, κονομήσανε ένα πεντοχίλιαρο το Σαββατοκύριακο, από τα αξεσουάρ- μαϊμούδες – ξέρεις τώρα, καπελάκια Patty, στιλό κούπες, μπλουζάκια. Γερή μπάζα, όχι αστεία…». «Είπες πέντε χιλιάδες ευρώ ο ΕΝΑΣ πάγκος; Για δύο μέρες;». «Μάλιστα». Έκλεισα το τηλέφωνο εξουθενωμένη – η αντίληψή μου περί δημιουργίας, αμοιβής και χρησιμότητας της εργασίας κατέρρεε πιο γρήγορα κι απ’ τα αποφάγια του θρύλου «τούρτα-περίπτερο»…
Προφανώς ως τώρα κανείς, ούτε κι εγώ, δεν έχει αμφιβολίες για το «πόσο star είναι η Patty». Κι αν είχε, οι οκτώ ελληνικές συναυλίες, τα 36.000 εισιτήρια (επί 25 μέχρι 50 ευρώ, συν οι άγνωστες «κονόμες» του νόμιμου και παράνομου παραεμπορίου, τα χαρτάκια, τα μπλουζάκια, τα περιοδικά κ.λπ.) και η μαζική προεφηβική υστερία για την πιτσιρίκα με τις κοτσίδες, θα αρκούσαν για να τις διαλύσουν. Ή αυτά, ή ένα πέρασμα από οποιοδήποτε παιδικό πάρτι/γιορτή/ γενέθλια ανά την Ελλάδα. Σε όλα αυτά με στατιστική ακρίβεια το «τραγούδι της Patty» παίζει τρεις φορές το δεκάλεπτο. Αν είσαι ενήλικος και ψιλονευρικός, στο μισάωρο πάνω, θες να κάνεις φόνο.
Βεβαίως, την ίδια ώρα με το «κίνημα Patty», φουντώνει η γκρίνια και οι αντιδράσεις για το πόσο ορθό ή παιδαγωγικό είναι να παρατάνε τα παιδιά τα σχολειά τους για να τρέχουν στα studios των μεσημεριανών, για το αν η σειρά προάγει ως πρότυπο μια παρέα κακομαθημένων κοριτσιών ή για το αν τα τραγούδια της Patty είναι το ηχητικό ισοδύναμο του fast food – νόστιμα, εύπεπτα, εφήμερα. Στο web, στα γονεϊκά sites, οι αναρτήσεις είναι μοιρασμένες: οι μισοί, π.χ., θεωρούν πως η σειρά είναι απαράδεκτη, οι διάλογοι κακοί, το στόρι υποτυπώδες και πως είναι λάθος να ενθαρρύνονται πεντάχρονα και εξάχρονα να παρακολουθούν χαζοχαρούμενες ιστοριούλες για εφήβους (ποιος τα ‘φτιαξε με ποια, ποια φίλησε ποιον, ποια είπε ψέματα για να «φάει» το αγόρι της άλλης κ.λπ.) ενώ θα μπορούσαν π.χ. να βλέπουν αθώα Μίκι Μάους και την Κάντι – Κάντι. Ο αντίλογος σ’ όλα αυτά είναι πως η γλυκιά, χαρούμενη, ασχημούλα Patty με τη χρυσή καρδιά είναι ο θρίαμβος του καλού σε έναν κακό, παράλογο, συχνά χυδαίο τηλεοπτικό κόσμο. «Οι κόρες μου έκαναν την επανάστασή τους», γράφει μια μαμά. «Αφού τους έχω απαγορεύσει να βλέπουν Next Top Model, Big Brother και τέτοιου είδους εκπομπές, καταλήξαμε να βλέπουμε μαζί την Patty. Tουλάχιστον δεν έχει γυμνό, βωμολοχίες και σεξ. Ούτε είναι πιο κακό σε σχέση με ό,τι δείχνει η σημερινή τηλεόραση».
Με το τελευταίο, αναγκαστικά, θα διαφωνήσω – αν και όχι ως προς την ουσία, τουλάχιστον ως προς τη σοβαρότητα του επιχειρήματος. Έχω δει κι εγώ τα ελληνικά realities και κάτι φρικαλέες δήθεν «οικογενειακές κωμωδίες», αλλά το «μη χείρον, βέλτιστον» δεν ήταν ποτέ η αγαπημένη μου παροιμία και το ότι όλοι κολυμπάμε μες στον ίδιο τηλε-πολτό, δεν είναι λόγος για να γλείφουμε και τον πάτο. Από την άλλη, μπορεί να μην έχω μέτρο σύγκρισης (σ.σ. στα επτά μου, απ’ ό,τι θυμάμαι, βλέπαμε με φανατισμό «Η Τζίνι και το τζίνι», άντε και «Λούνα παρκ», και ο κυρ-Γιώργης δεν ήταν αυτό που θα ‘λεγε κανείς «pop idol»… ), αλλά μου φαίνεται πως κανένα πιτσιρίκι άνω των πέντε δεν θα «ψηνόταν» σήμερα, στα σοβαρά, με την Κάντι. Ή με την Κλάραμπελ. Αλλά ούτε κι αυτό είναι το πιο σημαντικό. Το σημαντικό είναι πως δεν θα ‘πρεπε καν να υπάρχει το δίλημμα.
Η Patty είναι ένα σημείο των καιρών – καλό, συμπαθητικό, κακό ή όχι και πολύ χειρότερο από άλλα. Αδιάφορο. Η τηλεόραση και η αγορά θα κάνουν τη δουλειά τους. Αλλά από πότε τους εκχωρήσαμε θέση και δικαιώματα γονέα ή παιδαγωγού; Από πότε φορτώσαμε την ευθύνη γι’ αυτό που λέγεται «αισθητική αγωγή του παιδιού» στην καμπούρα της Αντονέλας και του Λεάντρο; Πού πήγε η μουσική, ο χορός, η τέχνη, οι εκθέσεις, τα θέατρα, τα σπορ, ένα καλό βιβλίο; «Το κακό για τα παιδιά είναι να μην έχουν άλλα ενδιαφέροντα πλην της τηλεόρασης», σημειώνει μια σοφή διαδικτυακή φίλη. «Δεν είναι και τόσο φοβερό να δουν την Patty, αρκεί να μη στρέφεται όλη τους η ζωή γύρω απ’ αυτήν. Όλα θέλουν ένα μέτρο. Και όλα, ακόμα και το φτηνό και το λιγότερο σοβαρό, έχουν θέση στη ζωή μας. Αρκεί να το αναγνωρίζουμε ως τέτοιο». Συμφωνώ. Και ναι, μα φυσικά, είμαι με τις Las Populares.