Αρχική Blogs Mamma Mia Η γιαγιά είναι η «νέα» μαμά;

Η γιαγιά είναι η «νέα» μαμά;

0
Η γιαγιά είναι η «νέα» μαμά;

Στο παραμύθι, λέει, η Κοκκινοσκουφίτσα γέμισε το καλαθάκι της με πίτες για να πάει στην άρρωστη γιαγιά της. Η διαφορά με τη ζωή, είναι πως σήμερα η άρρωστη γιαγιά έρχεται σπίτι πρωί πρωί (κουβαλώντας και τάπερ με φαΐ), γιατί η μαμά πρέπει να φύγει για δουλειά…

Στο παραμύθι, λέει, η Κοκκινοσκουφίτσα γέμισε το καλαθάκι της με πίτες για να πάει στην άρρωστη γιαγιά της. Η διαφορά με τη ζωή, είναι πως σήμερα η άρρωστη γιαγιά έρχεται σπίτι πρωί πρωί (κουβαλώντας και τάπερ με φαΐ), γιατί η μαμά πρέπει να φύγει για δουλειά…

Δεν ήμουνα από τα τυχερά παιδιά.
Μεγάλωσα χωρίς πολλούς παππούδες και γιαγιάδες τριγύρω. Για την ακρίβεια, πρόλαβα μόνο μία, τη γιαγιά μου την Καλλιόπη – μια αυστηρή Λάκαινα, με σφιχτό κότσο, σφιχτά χείλια, δυνατά χέρια και πόδια γεμάτα φλεβίτιδα. Έμενε στον Μυστρά, όπου μεγάλωνε τα δύο ξαδέλφια μου και -κατά περιόδους- κι εμένα, κυρίως τα καλοκαίρια που ζεσταινόμουν, γκρίνιαζα και ζητούσα διακοπές «στο χωριό». Η γιαγιά δεν ήταν πολύ τρυφερή, δεν μας έπαιρνε παγωτά, δεν μας παραχάιδευε, ούτε έλεγε ιστορίες κι ανέκδοτα το βράδυ στη ρούγα. Ήξερε όμως παραμύθια απίθανα για νεράιδες που χορεύουνε στα ξέφωτα κι αν τους φανερωθείς, θυμώνουν και σου κλέβουν τη μιλιά (σ.σ. τα συγκεκριμένα ξωτικά σουλατσάριζαν κι έξω από τα παράθυρά μας τα βράδια, όταν το παραμιλητό με τα ξαδέλφια μου δεν την άφηνε να κλείσει μάτι) κι έφτιαχνε τις πιο τραγανές, σπιτικές, ανυπέρβλητες τηγανιτές πατάτες.

Ναι, η γιαγιά μαγείρευε θεϊκά, κεντούσε αγγέλους και πουλιά που ζωντάνευαν πάνω στο πανί, έπλεκε πολύχρωμα χαλάκια εξώ- πορτας από παλιές πλαστικές σακούλες, δεν μιλούσε πολύ και είχε μια «σπιτική» αγκαλιά, μεγάλη και σφιχτή σαν τον κότσο της. Μια φορά, θυμάμαι, γύρω στα 10 μου, της είχα πει έτσι για να την πικάρω, «δεν θα ξανάρθω σπίτι σου, γιαγιά, δεν σ’ αγαπώ, του χρόνου θα πάω σε μοναστήρι». Είχε γελάσει -είναι παράξενο, νομίζω δεν την είχα ξανακούσει να γελάει- και μετά μου είχε απαντήσει ήσυχα: «Με τα μάτια που ‘χεις, για τα μοναστήρια είσαι». Νομίζω πως, με τον τρόπο της, ήθελε να μου πει πως ήμουν όμορφη. Αλλά δεν το ‘πε – δεν ήταν απ’ αυτές τις γιαγιάδες, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ.

Ο γιος μου, πάλι, για δικό του καλό έχει αυτές τις γιαγιάδες: δυο τρυφερές, υπερπροστατευτικές και καλοκάγαθες γυναίκες που τον λατρεύουν, τον παραχαϊδεύουν και πεθαίνουν να τον κακομαθαίνουν, γιαγιάδες που τον λούζουν με δώρα, ρούχα και παιχνίδια κι αγαπημένα φαγητά και τρομερά χατίρια – υποψιάζομαι πως αν τον άφηνα διά παντός στα χέρια τους, το παιδί μου θα γινόταν ένας συγκλονιστικά κακότροπος ενήλικας, μεγαλωμένος αποκλειστικά με μπιφτέκια-σάντουιτς, κοτόπουλο φούρνου, πίτσα και παγωτά. Πραγματικά όμως, δεν πρέπει να παραπονιέμαι. Για χρόνια (και ναι, μέχρι και σήμερα) απολαμβάνω αυτό που πιθανολογώ πως χιλιάδες άλλες εργαζόμενες μανάδες θα ‘διναν μέχρι και μισό δάχτυλο για ν’ αποκτήσουν: δυο πρόθυμες και πάντα διαθέσιμες νταντάδες, μαγείρισσες, παραμυθατζούδες, τροφούς, παιδαγωγούς, συνοδούς και baby sitters του Σαββατοκύριακου – όλα στην παλιά, καλή συσκευασία της «κλασικής» Ελληνίδας γιαγιάς. Και δωρεάν.

Διαβάζω πως αυτό το «δωρεάν» ξαναγίνεται κρίσιμο, τώρα οι σημερινοί γονείς «ανακαλύπτουν» -πιο συχνά από παλιά και ελέω κρίσης- πως η γιαγιά είναι (και) «φτηνό» εργατικό δυναμικό, και την καλούν επειγόντως από την εφεδρεία, για να βάλει ένα χεράκι βοήθειας στο μεγάλωμα των παιδιών. Κι αυτό δεν ισχύει μόνο εδώ, στην Ελλάδα, την Ιταλία, ή γενικά στους μεσογειακούς «φαμελιάρηδες» λαούς. Διαβάζω και κάτι έρευνες (σε Αγγλία, Γαλλία, Φινλανδία, Νορβηγία κ.λπ.) που λένε πως κι εκεί, στον υπερ-Βορρά, η «εμπλοκή» της γιαγιάς-baby sitter στα νέα νοικοκυριά θεωρείται σχεδόν αυτονόητη. Μάλιστα, το 93% των παπουδογιαγιάδων που ρωτήθηκαν, δηλώνουν ότι το να περνάνε πολύ χρόνο με το εγγόνι τους είναι πάνω από όλα διασκέδαση, το 75% θεωρούν ότι είναι καλύτερο για το παιδί να μεγαλώνει μαζί τους και ένα πολύ σημαντικό ποσοστό που ξεπερνάει το 50% λέει πως η συμμετοχή τους στο μεγάλωμα των εγγονιών τους (που συνήθως συμπίπτει με την ηλικία συνταξιοδότησης) τους δίνει χαρά, αφού κατά κάποιο τρόπο συνεχίζουν να προσφέρουν και να αισθάνονται χρήσιμοι.

Αλλά όλα αυτά, με μια προϋπόθεση: πως η συμμετοχή αυτή είναι εθελοντική. Και, κυρίως, πως μιλάμε για υγιείς υπερήλικες. Δεν ξέρω τι κάνουν στις Φινλανδίες, εδώ στην Ελλάδα όμως ξέρω παππούδες ογδοντάρηδες που ταχταρίζουν μωρά και διαβάζουν έφηβους. Ξέρω γιαγιάδες ηλικιωμένες, γυναίκες ανήμπορες που δυο και τρεις φορές τη βδομάδα τρέχουν (επί ώρες μες στην κίνηση, με υπερφορτωμένα λεωφορεία) στην άλλη άκρη της πόλης για να φυλάξουν υπερκινητικά δίχρονα επί οκτώ και εννιά ώρες, να πλύνουν, να μαγειρέψουν, να σιδερώσουν, να καθαρίσουν. Τα βράδια γυρίζουν σπίτι τους, με άλλα λεωφορεία, κουτσαίνοντας από κούραση. Μόνες. Και την άλλη μέρα, κάνουν πάλι το ίδιο, αν και η προσφορά τους σπάνια αναγνωρίζεται – τις περισσότερες φορές ακούνε και γκρίνιες, γιατί «το παιδί έφαγε γλυκό και άφησε το φαΐ του», και «αχ, δεν έπρεπε να το αφήσετε, μητέρα, να δει τηλεόραση», αλλά «σου έχει πάρει τον αέρα, ρε μάνα, και σε κάνει ό,τι θέλει».

Το γιατί και το πώς γίνεται αυτό, ομολογώ με αφήνει άναυδη. Φταίμε εμείς οι γονείς – τσακισμένοι από τον αγώνα της επιβίωσης, ενοχικοί που δεν έχουμε χρόνο για τα παιδιά μας, αδιάφοροι ή ανήμποροι να θέσουμε το πλαίσιο στην ανατροφή τους; Φταίνε οι γιαγιάδες, που αναλαμβάνουν -και πάλι- στα γεράματα ρόλο full time γονιού, κάνοντας το περίσσευμα της αγάπης τους, προσφορά και θυσία; Η μήπως φταίει το σύστημα που ξεζουμίζει και τους δυο;

Διαβάζω -με ελαφρά μελαγχολία- για το πώς στην Αγγλία π.χ. οι παππουδογιαγιάδες επαναστάτησαν και έχουν στήσει μια ιστοσελίδα (το www.grannynet.co.uk), μέσα από την οποία διεκδικούν τα δικαιώματά τους, επιχειρώντας να θέσουν ground rules στη σχέση τους με τα παιδιά τους και τις οικογένειές τους (Κρίσιμα ερωτήματα: πόσες μέρες, πόσες ώρες θα φυλάνε τα εγγόνια τους; Σπίτι τους ή αλλού; Θα έχουν ελεύθερο Σαββατοκύριακο; Θα ενισχύονται οικονομικά; κ.λπ.). Σκοπός τους, λέει, είναι να κάνουν σαφές πως στα 70 τους, τα 75, τα 80 τους, δεν μπορούν μόνο να καθαρίζουν, να ταΐζουν, να μεγαλώνουν παιδιά – θέλουν να απολαύσουν λίγο τα χρόνια που τους μένουν, να ταξιδέψουν, να δουν φίλους, να ξεκουραστούν. Τα ίδια γίνονται και στην Ισπανία, όπου πρόσφατα γιαγιάδες και παππούδες κατέβηκαν σε πορεία, για να διεκδικήσουν μεγαλύτερη πρόνοια από το κράτος, ώστε να μην είναι αναγκασμένοι να κρατούν καθημερινά τα εγγόνια τους όταν οι γονείς εργάζονται. Κατά κάποιο τρόπο φαίνεται λογικό, όμως, χωρίς να το θέλω, τρέμω μην έρθει η μέρα που ένα παιδί δεν θα ακούει παραμύθια της γιαγιάς (συγγνώμη, δεν το προβλέπει «το συμβόλαιο»…), κι ένα κοριτσάκι δεν θα παραγεμίζει την κοιλιά του παγωτό ή δεν θα μαθαίνει ποτέ πως έχει ωραία μάτια – ακόμα και αν η γιαγιά του δεν είναι απ’ αυτές τις γιαγιάδες, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ…

Βρείτε αγαπημένες συνταγές της παραδοσιακής & σύγχρονης Ελληνικής κουζίνας με καθημερινή ενημέρωση, στο iCookGreek.com