Αρχική Blogs Mamma Mia Αγαπάς την αδελφή μου περισσότερο από μένα…

Αγαπάς την αδελφή μου περισσότερο από μένα…

0
Αγαπάς την αδελφή μου περισσότερο από μένα…

Μην ακούς τι σου ‘λεγε η μάνα σου – η αλήθεια είναι πως ναι, είχε αδυναμία σε ένα από τα παιδιά της, όπως και συ έχεις ή θα έχεις κάποτε το δικό σου «χαϊδεμένο». Και δε φταίει κανείς γι ‘αυτό: η ευνοιοκρατία «τρέχει» μες στα γονίδιά μας.

Μην ακούς τι σου ‘λεγε η μάνα σου – η αλήθεια είναι πως ναι, είχε αδυναμία σε ένα από τα παιδιά της, όπως και συ έχεις ή θα έχεις κάποτε το δικό σου «χαϊδεμένο». Και δε φταίει κανείς γι ‘αυτό: η ευνοιοκρατία «τρέχει» μες στα γονίδιά μας.

«Ναι, υπάρχει Αϊ-Βασίλης»,
«Είσαι ο πιο όμορφος του κόσμου», «Δεν πήρα εγώ το δόντι σου κάτω από το μαξιλάρι, η νεράιδα το πήρε», «Δεν έψαξα τα πράγματά σου» – γλυκά, αθώα, τερατώδη ψέματα που λένε οι μανάδες στα παιδιά τους. Διαφορετικές οικογένειες, άνθρωποι, τόποι, διαφορετικά ψέματα. Υπάρχει όμως και μια ψεύτικη ιστορία, που θα την ακούσεις παντού, ένας κοινός, παγκόσμιος, γονεϊκός μύθος: «αγαπάω όλα τα παιδιά μου το ίδιο». Όλες οι μανάδες που ξέρω τα ίδια λένε – κι όλες λένε ψέματα. Απλά, κάποιες το κρύβουν καλύτερα.

Γενικά, η ύπαρξη των «χαϊδεμένων», καλύπτεται από μια άκακη οικογενειακή ομερτά: οι –ενοχικοί- γονείς δε μιλάνε για να μην πληγώσουν τα «ριγμένα» πιτσιρίκια, εκείνα γκρινιάζουν και τα «αγαπημένα» προτιμούν να περιφέρονται στο σπίτι σαν χορτάτοι, παραφουσκωμένοι διάνοι, παριστάνοντας πως τάχα δεν καταλαβαίνουν τι γίνεται. Αλλά η επιστήμη δεν μπαίνει στο παιχνίδι της «συγκάλυψης». Σε μια από τις τελευταίες, πιο γνωστές έρευνες που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο περιοδικό Time, η Katherine Conger, καθηγήτρια ανθρώπινης ανάπτυξης και οικογενειακών σπουδών στο Πανεπιστήμιο της California, συγκέντρωσε ένα δείγμα 384 οικογενειών, τις οποίες επισκέφτηκε τρεις φορές μέσα σε τρία χρόνια, ρωτώντας για τις σχέσεις γονέων και παιδιών και βιντεοσκοπώντας τον τρόπο που έλυναν τις μικροδιαφορές τους. Το συμπέρασμά της είναι πως το 65% των μανάδων και το 70% των πατεράδων έδειχναν μια «αδυναμία» σε ένα από τα παιδιά τους – συνήθως, το μεγαλύτερο.

Κι αυτό – λένε πάλι οι επιστήμονες ανθρωπολόγοι– είναι λογικό και αναμενόμενο, μια απλή «επιλογή», που γίνεται παντού στη φύση. Η μητέρα-πιγκουίνος π.χ. συνηθίζει να κλωτσάει το μικρότερο αυγό της, έξω από τη φωλιά. Γιατί; Διότι η βαθιά, αταβιστική ανάγκη, της διαιώνισης του είδους, σπρώχνει τα περισσότερα όντα να «επενδύουν» περισσότερο στους γερούς, υγιείς πρωτότοκους απογόνους τους, που είναι πιθανό να «μεταφέρουν» με επιτυχία τα γονίδιά τους στην επόμενη γενιά. Το ίδιο γίνεται για έναν ακόμα λόγο, που θα καταλάβαιναν ίσως περισσότερο οι παίκτες της κεφαλαιαγοράς – εδώ, οι λέξεις-κλειδιά είναι το «επενδύω», και το «μη ανακτήσιμη δαπάνη». Κοινώς, όσο περισσότερο χρόνο και κόπο έχεις σπαταλήσει για να «αναπτύξεις» ένα προϊόν, τόσο περισσότερο αφοσιωμένος είσαι σ’ αυτό, ελπίζοντας να δεις κάποτε το «κεφάλαιό» σου να αποδίδει. Φυσικά, οι κοινοί άνθρωποι είναι πιο έξυπνοι από τους πιγκουίνους και, σε γενικές γραμμές, πιο πονετικοί από τους χρηματιστές ή τους μαρκετίστες. Αλλά όλοι μας υπακούουμε σε ένα φυσικό κάλεσμα εξέλιξης, ακόμα και αν δεν το ξέρουμε ή δεν το καταλαβαίνουμε.

Για τον ίδιο λόγο π.χ. τα όμορφα παιδιά, έχουν καλύτερη τύχη από τα υπόλοιπα. Αν και δεν υπάρχει μισή μάνα σε ολόκληρο τον πλανήτη πρόθυμη να παραδεχθεί πως αγαπάει το παιδί της που προίκισε η φύση, περισσότερο από το άλλο, η αλήθεια είναι άλλη. Η ανθρώπινη φύση, λένε οι ψυχολόγοι, είναι περίπου «κυτταρικά προγραμματισμένη» να μεροληπτεί υπέρ της ομορφιάς. Κι επιπλέον ό,τι είναι ελκυστικό τείνει να θεωρείται και καλό, μοναδικό, αρμονικό, έξυπνο, υγιές. Αν λοιπόν σε ένα σπίτι γεμάτο μικρές, χαριτωμένες Ζιζέλ, εσύ είσαι η αδέξια, χοντρο-Ροζάν Μπαρ, τόσο το χειρότερο για σένα. Εκτός, αν –ακριβώς όπως η Ροζάν και τα περισσότερα, δεύτερα ή τρίτα παιδιά μιας οικογένειας– καταφέρεις να αναπτύξεις αυτό που λέγεται «low power strategy»: Χιούμορ. Εξυπνάδα. Τρυφερότητα. Συμπόνια. Την ικανότητα να γοητεύεις και να αφοπλίζεις – μια βασική ικανότητα επιβίωσης σε έναν σκληρό, απέραντο, μεγάλο κόσμο όπου εσύ είσαι ο πιο αδύναμος.

Και πάλι όμως, θα έχεις να αντιπαλέψεις με το σκληρό πυρήνα της ευνοιοκρατίας, τον παράγοντα που πάει πέρα από την εμφάνιση, τα χαρίσματα κ.λπ. και κατευθείαν μες στο πηγάδι με τα φροϋδικά μπερδέματα: το φύλο. Απ’ ό,τι φαίνεται, το διαφυλετικό μοντέλο («πατέρας–αγαπημένη κόρη», «μητέρα-χαϊδεμένος γιος») υπάρχει και είναι ισχυρό, ιδίως για τις μικρότερες κόρες και τους πρωτότοκους γιούς. Κι ακόμα περισσότερο (αν και οι πούροι φροϋδικοί θα είχαν πολλά βαρύγδουπα να πουν για τα οιδιπόδεια και τα σύνδρομα της Ηλέκτρας) οι πιο πρόσφατες έρευνες στο αντικείμενο αναδεικνύουν ένα παράγοντα φαβοριτισμού που ο πατερούλης Σίγκμουντ είχε αγνοήσει: τον αναπαραγωγικό ναρκισσισμό. Με δυο λόγια, κάθε γονιός τείνει να ευνοεί περισσότερο το παιδί του αντίθετου φύλου, του οποίου τα χαρακτηριστικά, με έναν παράδοξο τρόπο του θυμίζουν τον ίδιο. Η μητέρα π.χ. τον τρυφερό, ευαίσθητο γιό, ο πατέρας τη δυναμική, αθλητική κόρη.

Κι αν εσύ είσαι ο δεύτερος, ο «ριγμένος», ο λιγότερο χαϊδεμένος; Τι γίνεται αν έχεις περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής σου όντας ο «φτωχός» που μαζεύει τα ψίχουλα του μικρού πρίγκιπα, στην άλλη του τραπεζιού; Οι ψυχολόγοι το λένε LFS (least favored status), αλλά όπως και να το πει κανείς, είναι το ίδιο σκληρό: τα παιδιά που μεγαλώνουν νιώθοντας πως δεν τα αγαπούν τόσο όσο τα αδέλφια τους, εμφανίζουν συχνότερα άγχη, αβουλία, χαμηλή αυτοπεποίθηση, κατάθλιψη ή επιθετικότητα. Αντιδρώντας στο γονιό που τα απορρίπτει, σε μια άτσαλη διεκδίκηση αγάπης ή προσοχής, τα «ριγμένα», «παραμελημένα» παιδιά ανοίγουν μόνα τους ένα νέο ρήγμα στη σχέση με τη μητέρα ή τον πατέρα τους – και, καμιά φορά, αυτό δεν κλείνει ποτέ.

Εδώ, η συμβουλή όλων των ειδικών, προς όλους τους γονείς είναι η ίδια: αν πρέπει να ‘χετε ένα χαϊδεμένο παιδί ή αν δεν μπορείτε να το αποφύγετε, μην το δείχνετε. Κι οπωσδήποτε μην το ομολογείτε. Έστω κι αυτό το μικρό (ή μεγάλο) ψέμα βοηθάει να διατηρούνται οι ισορροπίες, τα συναισθηματικά προσχήματα, οι καθησυχαστικές αυταπάτες – για να το πω αλλιώς, το μη-χαϊδεμένο σας παρηγοριέται στη σκέψη πως μπορεί να λέτε την αλήθεια. Ακόμα και αν του τηλεφωνείτε πέντε φορές μες στη μέρα και δεν είναι όλες για να δείτε τι κάνει («Παίρνω την αδερφή σου και δεν απαντάει, ξέρεις κάτι εσύ, δεν την άκουσα καλά, πάρτη να δεις πώς είναι…», «Την πήρες; Τι σου είπε;»), ή συχνά το φωνάζετε με το λάθος όνομα («τι εσύ, τι εκείνη, για μένα είστε το ίδιο»), ή στο πιάτο θα του βάλετε πάντα το μικρότερο κομμάτι τούρτα, μια μικρή άρνηση της πραγματικότητας δεν έβλαψε ποτέ κανένα. Ε, μαμά;

Βρείτε αγαπημένες συνταγές της παραδοσιακής & σύγχρονης Ελληνικής κουζίνας με καθημερινή ενημέρωση, στο iCookGreek.com