BLOGS | Ξεκίνησα να μαθαίνω γερμανικά από τα τεσσεράμισι –κι αυτό δεν μου άφησε μόνο κουσούρια. Μου άφησε επίσης μια κακογραμμένη συνταγή για αυθεντική γερμανική μηλόπιτα από την πρώτη απόπειρα μετάφρασης, εκεί γύρω στην ηλικία των επτά, και τη μοναδική μηλόπιτα που φάγαμε ποτέ οικογενειακώς, γιατί τα γλυκά τα αποφεύγαμε…
Το τι φυλάνε οι μανούλες στα ντουλάπια τους δε λέγεται... Στης δικής μου μπορείς να βρεις από την καρτέλα των εμβολίων μας όταν ήμασταν βρέφη μέχρι την έκθεση του αδερφού μου με θέμα «Γράψε ποια από τις μεγάλες εφευρέσεις και ανακαλύψεις του ανθρώπου σε συγκλόνισε και γιατί» και τη μνημειώδη απάντηση «Εμένα από τις μεγάλες εφευρέσεις και ανακαλύψεις του ανθρώπου με συγκλόνισε η τοστιέρα. Γιατί βάζουμε το ψωμί και το τυρί και βγάζουμε το τοστ!».
Τις προάλλες, λοιπόν, που βρέθηκα αγκαλιά με μια σακούλα μήλα καθώς εγκατέλειπα το πατρικό μου («μα τι θα τα κάνω τόσα μήλα, βρε μαμά, δεν προλαβαίνω να τα φάω;», «πάρ’ τα, βρε παιδάκι μου, και όσα φας»), θυμήθηκα Τη Συνταγή της Μηλόπιτας της Frau Hlide. Κάποια χειμωνιάτικη Κυριακή πριν από τριάντα τόσα χρόνια είχε αναδειχτεί σε μέγα οικογενειακό θέμα, διότι ήταν η πρώτη μου μεταφραστική απόπειρα.
Δέκα ώρες πάλευα με τα ζαβά γερμανικά μου και τα ζαβά ελληνικά μου να την τελειώσω (μετά θα μπορούσα να παίξω). Τελικά κατόρθωσα να παραδώσω ένα κομμάτι χαρτί με κάτι ορνιθοσκαλίσματα στη διμελή επιτροπή του μπαμπά και της μαμάς, που θα έβγαζε το πόρισμα για την εξέλιξή μου. Υπήρχε ένα θεματάκι βέβαια. Το γεγονός ότι κανείς άλλος δεν μιλούσε γερμανικά στο σπίτι, ώστε να κρίνει την ποιότητα της δουλειάς, προκάλεσε στους κριτές μια δίλεπτη αμηχανία. Η επιτροπή κοιτάχτηκε μεταξύ της με νόημα και στη συνέχεια ανακοίνωσε: «Θα φτιάξουμε τη μηλόπιτα. Αν βγει καλή σημαίνει πως τα λεφτά που πληρώνουμε για φροντιστήρια δεν πάνε τσάμπα…»
Η Frau Hilde ήταν η πλέον αγαπημένη μου από όλες αυτές τις Frau που κατά καιρούς είχαν επιφορτιστεί με το δυσβάσταχτο καθήκον να εμφυσήσουν στο εφτάχρονο την αγάπη για λέξεις των 15 γραμμάτων, εκ των οποίων τα 13 ήταν σύμφωνα. Τη λέξη «Apfelkuchen» που κρατούσε μια πιο φιλική προς το παιδί σχέση μεταξύ συμφώνων και φωνηέντων (8 προς 4) την πήρα αμέσως με καλό μάτι, γι’ αυτό και δέχτηκα να τη μεταφράσω. Άλλωστε σήμαινε μηλόπιτα και αυτό από μόνο του νοστίμιζε τη δουλειά. Ποιον θα μπορούσε να τρομοκρατήσει μια γλυκιά μηλόπιτα από αφράτο κέικ, χρυσαφένια μήλα και λίγη μαρμελάδα βερίκοκο δίπλα της; Πόσο μάλλον όταν χάρη σ’ αυτή ανεβαίνεις για δυο τρεις μέρες στο βάθρο του ήρωα του σογιού («φάτε, φάτε, είναι η μηλόπιτα που μετέφρασε το παιδί», «μπράβο, το χρυσούλι μου, καλέ, τι νόστιμη που βγήκε!»).
«Βρε μαμά –ρώτησα, αγκαλιά με τα μήλα– μήπως θυμάσαι εκείνη την ωραία μηλόπιτα της Frau Hilde που είχαμε φτιάξει παλιά, πώς ήταν η συνταγή της; Έστω στο περίπου;». «Ποιο περίπου, παιδί μου, κάτσε, εδώ την έχω φυλαγμένη, στο ντουλάπι. Να τη!». Α, ρε μάνα, χάρις τα απίθανα φυλάγματά σου και Apfelkuchen θα φάμε και οι ιστορικοί του μέλλοντος θα έχουν την ευκαιρία να μελετήσουν τις βαθιές συνέπειες της εφεύρεσης της τοστιέρας στην εξέλιξη της ελληνικής οικογένειας.
Αν θέλετε να φτιάξετε Apfelkuchen… Δείτε τη συνταγή πατώντας εδώ